Please ensure Javascript is enabled for purposes of website accessibility
Skip links

Judith Butler και «ηθική στροφή» στην ανθρωπολογία

Judith Butler και «ηθική στροφή» στην ανθρωπολογία

 

Δήμητρα Γκέφου-Μαδιανού

 

Με αφορμή το βιβλίο:
Λογοδοτώντας για τον εαυτό της Judith Butler
Μετάφραση: Μιχάλης Λαλιώτης
Επιμέλεια, επίμετρο: Αθηνά Αθανασίου
Αθήνα: Εκκρεμές, 2009 (Το πρωτότυπο εκδόθηκε το 2005.)

 


 

Από το τέλος της δεκαετίας του 1990 και τις αρχές του 2000, σημειώνεται στην ανθρωπολογία και γενικότερα στις κοινωνικές επιστήμες ένα αυξημένο ενδιαφέρον για την ηθική, η ρητορική της οποίας εισέβαλε και σε πολλούς τομείς της δημόσιας σφαίρας. Η ερμηνεία μιας σειράς κοινωνικών ζητημάτων όπως ο κοινωνικός αποκλεισμός, η βία, η εστίαση στην ηθική ζωή, στα ανθρώπινα δικαιώματα και στον ανθρωπισμό, καθώς και η επίκληση της ηθικής σε ένα ευρύ φάσμα πεδίων όπως στην ιατρική, την οικονομία, τη θρησκεία, στους νόμους και στο κράτος, όλα αυτά αντανακλούν μια αυξημένη κοινωνική εγρήγορση να επενδυθούν «ηθικά» ποικίλες ανθρώπινες δραστηριότητες.

Στην ανθρωπολογία, το αυξημένο ενδιαφέρον για την ηθική εκδηλώθηκε με τη δημοσίευση σημαντικών κειμένων που αφορούσαν, μεταξύ άλλων, το τραύμα, την κοινωνική οδύνη, τα συναισθήματα και τη συγκρότηση του εαυτού (ταυτότητες). Εκφράστηκε, επίσης, και με την οργάνωση μιας σειράς συμποσίων, πάνελ και workshop σε ανθρωπολογικά συνέδρια στην Ευρώπη και την Αμερική. Και, ενώ μέχρι τότε η επικρατούσα προσέγγιση της ηθικής αφορούσε σχεδόν αποκλειστικά τους κώδικες δεοντολογίας, τώρα αρχίζει να επεκτείνεται και σε άλλους τομείς. Η μετατόπιση αυτή του ερευνητικού προσανατολισμού χαρακτηρίστηκε ως «ηθική στροφή» και σηματοδοτήθηκε από μια αξιοσημείωτη σύγκλιση διαφορετικών παραδόσεων της ανθρωπολογίας σε μια προσέγγιση επικεντρωμένη στα «ηθικά άτομα» και τις υποκειμενικότητές τους (Fassin, 2012, σελ. 8).

Επιπλέον, ενώ μέχρι τότε επικρατούσε η άποψη ότι η ηθική ήταν ένας παραμελημένος τομέας στην ανθρωπολογία, μετά τη δημοσίευση έργων για Εθνογραφίες της Ηθικής (Howell, 1997) με εθνογραφικά παραδείγματα από πολλές περιοχές του κόσμου (Παπούα Νέα Γουινέα, Μογγολία, Αργεντινή, Μεξικό), για την ηθική ως δημόσιο αγαθό που αφορά τις καθημερινές ανθρώπινες πρακτικές στην Ινδία (Das, 2006), για την πολιτική της ηθικής στους κανόνες θρησκευτικής ευσέβειας σε Μουσουλμάνες που συμμετείχαν σε θρησκευτικά κινήματα ηθικής μεταρρύθμισης στην Αίγυπτο (Mahmood, 2005), η εικόνα αλλάζει και οι δημοσιεύσεις αυξάνονται σε τέτοιο βαθμό ώστε η μελέτη της ηθικής να θεωρείται σήμερα ένα από τα περισσότερο αναπτυσσόμενα πεδία της ανθρωπολογίας. Και άλλες/άλλοι ανθρωπολόγοι την περίοδο αυτή δημοσιεύουν εθνογραφίες οι οποίες εστιάζουν σε ζητήματα ηθικής που αφορούν τον χώρο της υγείας, του πόνου και της φροντίδας, της θρησκείας και της θειότητας, της ιερότητας και των θρησκευτικών συναισθημάτων, με παραδείγματα από την Κίνα, τη Μαδαγασκάρη, τη Ρωσία και αλλού.

Ωστόσο, λίγη αναστοχαστική προσοχή έχει δοθεί στο ιστορικό νόημα της πρόσφατης αυτής ηθικής στροφής στην ανθρωπολογία. Επιπλέον, είναι αναγκαία μια προσεκτικότερη διερεύνηση και ανάλυση στο ζήτημα αυτό εκ μέρους των ανθρωπολόγων. Η ανθρωπολογία χρειάζεται να συνομιλήσει περισσότερο διεξοδικά για το ζήτημα της ηθικής και με άλλους κλάδους, όπως για παράδειγμα με τη φιλοσοφία, και έχει δεχτεί κριτική για αυτή της την παραμέληση.

Μια τέτοια προοπτική διανοίγεται στην ανθρωπολογία με μια νέα επιστημολογία, την αποκαλούμενη «ανθρωπολογία της ηθικής», η οποία αναπτύσσεται σταδιακά τις τελευταίες δύο και πλέον δεκαετίες, αντλώντας στοιχεία από τα πεδία της φιλοσοφίας, της ψυχανάλυσης, του φεμινισμού και της κοινωνικής θεωρίας. Και εδώ η συμβολή φιλοσόφων όπως του Michel Foucault και της Judith Butler είναι σημαντική. Το ρεύμα αυτό αναλύει την ηθική ως μια συνεχώς μεταβαλλόμενη εσωτερική διαδικασία που διαμορφώνεται στο πλαίσιο ενός συνόλου ιστορικά προσδιορισμένων κανόνων, δηλαδή ως διαδικασία που αφορά τους τρόπους υποκειμενοποίησης. Η ανάλυση έτσι εστιάζεται όχι σε αφηρημένους και γενικούς κανόνες που αφορούν την ηθική (όπως παρατηρείται στους κώδικες δεοντολογίας), αλλά στις διαδικασίες συγκρότησης ανθρώπινων σχέσεων που διαπραγματεύονται την ηθική ad hoc κάθε φορά. Υπό αυτό το πρίσμα, η ηθική δεν προσλαμβάνεται ως απρόσωπη, αφηρημένη και παγκοσμιοποιημένη έννοια, ως ένα δεδομένο, εξωτερικό «κοινωνικό υπερεγώ» (Fassin, 2012, σελ. 7) το οποίο επηρεάζει όλες και όλους με τον ίδιο τρόπο, αλλά ρευστοποιείται, υποκειμενικοποιείται και αφορά τα άτομα και τα βιώματά τους. Σημειώνεται με αυτόν τον τρόπο μια μετατόπιση από το συλλογικό στο ατομικό, αλλά και από το κοινωνικό στο βιωματικό. Εθνογραφίες και θεωρητικά ανθρωπολογικά έργα που υιοθετούν αυτή την προσέγγιση έχουν αρχίσει να δημοσιεύονται από τα μέσα της δεκαετίας του 2000 και πυκνώνουν τα τελευταία χρόνια (ενδεικτικά Mahmood, 2005· Zigon, 2008· Heintz, 2009· Fassin, 2012· Faubion, 2011· Laidlaw, 2014).

Στη συζήτηση αυτή που είναι ακόμη σε εξέλιξη στην ανθρωπολογία, αλλά και ευρύτερα, το έργο της Judith Butler έχει συμβάλει –και συνεχίζει να συμβάλλει– καθοριστικά. Η ίδια με το έργο της δείχνει πώς ηθικές έννοιες όπως το «εγώ», ο εαυτός, το υποκείμενο, η ευθύνη, η λογοδοσία, η απεύθυνση, η επιθυμία, μπορεί να ενσωματωθούν γόνιμα αλλά και κριτικά στην ανθρωπολογική ανάλυση και ιδιαίτερα στην ανάλυση της ηθικής. Εξού και συγγραφείς του νέου αυτού ρεύματος της «ηθικής ανθρωπολογίας» αντλούν από το έργο της (βλ. για παράδειγμα Mahmood, 2005· Heintz, 2009· Zhang, 2012· Pigg, 2012).

Η Butler είχε αρκετά πρώιμα εκφράσει ανησυχία γι’ αυτή την «επιστροφή στην ηθική», υποστηρίζοντας ότι «η εστίαση στην ηθική συνιστά απόδραση από την πολιτική» ή ότι «η ηθική εκτοπίζει την πολιτική», θέση που υποστήριξε σε δημοσιευμένη συζήτηση που είχε με τον θεωρητικό της πολιτικής William E. Connolly (Butler και Connolly, 2000, σελ. 15). Εκεί βέβαια που η Butler αναλύει σε βάθος την έννοια της ηθικής, συσχετίζοντάς τη στενά με αυτήν της πολιτικής, είναι στο έργο της Λογοδοτώντας για τον εαυτό (2005/2009), στο οποίο και θέτει νέους προβληματισμούς για το ζήτημα της (ηθικής) αυτονομίας του υποκειμένου. Εισάγει στη συζήτηση τη δυνατότητα δράσης του υποκειμένου και, πριν από την όποια «ατομική» ηθική ευθύνη, η ίδια προτάσσει την αυτογνωσία: αφενός την πολύπλοκη και εσωτερική διαδικασία της αυτογνωσίας που πρωταρχικά εξαρτάται από τους/τις άλλους/άλλες (εξού και η πάντοτε ελλιπής αυτάρκεια του εαυτού) και αφετέρου την εξωστρεφή, κοινωνική και δημόσια λογοδοσία για τον εαυτό, που ρυθμίζει ενώ ταυτόχρονα περιορίζει τις δυνατότητες εμπλοκής με άλλες και άλλους. Στη δυναμική διαπλοκή των δύο αυτών διαδικασιών διαμορφώνεται το ηθικό σύστημα των πεποιθήσεων και η κανονιστική συμπεριφορά των ατόμων, οδηγώντας έτσι σε μια αναστοχαστική διερεύνηση των καθημερινών ιδεών και σκέψεων για τον εαυτό.

Στο σημαντικό αυτό έργο, η Αμερικανίδα φιλόσοφος και μαχητική φεμινίστρια προτείνει μια θεωρία της ηθικής και της ευθύνης του εαυτού που συνδέεται άμεσα με το ζήτημα της συγκρότησης του υποκειμένου. Αντλώντας από την ψυχαναλυτική θεωρία του Lacan και συνομιλώντας με άλλους θεωρητικούς, όπως ο Foucault, ο Adorno και ο Levinas, διατηρώντας ταυτόχρονα και μια κριτική στάση απέναντί τους, εισηγείται μια ηθική που αμφισβητεί τις ιστορικά εδραιωμένες νόρμες και κανονιστικούς μηχανισμούς περί κατεστημένης ηθικότητας μέσα στις οποίες συγκροτείται ο πάντοτε έκκεντρος, αποστερημένος και αδιαφανής εαυτός. Και είναι ακριβώς πάνω σε αυτή την έλλειψη, αποστέρηση και αδιαφάνεια του εαυτού που εδραιώνεται η ηθική ευθύνη. Υποστηρίζοντας ότι «το “εγώ” δεν υπάρχει ξέχωρα από την κυρίαρχη διάρθρωση των ηθικών κανονιστικών προτύπων και τα αντικρουόμενα ηθικά συστήματα» σε μια κοινωνία, αλλά είναι ενσωματωμένο σε αυτά, επεξηγεί ότι «το “εγώ” είναι πάντοτε σε κάποιο βαθμό απαλλοτριωμένο από τις κοινωνικές συνθήκες της ανάδυσής του» (Butler, 2005/2009, σελ. 19).

Αυτή η απαλλοτρίωση, ωστόσο, δεν σημαίνει ότι το υποκείμενο έχει χάσει την ηθική βάση του αλλά, αντίθετα, στην ίδια αυτή αποστέρηση και απαλλοτρίωση εγκαθίσταται το «ηθικό αίτημα» (στο ίδιο, σελ. 204), που μπορεί να οδηγήσει σε μια κριτική προσέγγιση και κατανόηση των ηθικών προτύπων και νορμών, καθώς και του τρόπου συγκρότησης και νοηματοδότησής τους (στο ίδιο, σελ. 20). Και είναι αυτή η συνθήκη της υποκειμενικής ηθικής αναζήτησης και διερεύνησης που μπορεί να εξηγήσει γιατί θα υπάρχουν πάντοτε αντικρουόμενα συστήματα πεποιθήσεων μεταξύ των ατόμων, ακόμη και στις ίδιες κοινωνίες. Η Butler, θέτοντας το ερώτημα «με ποιον τρόπο συγκροτούμαστε μέσα στην κοινωνική ζωή και με τι κόστος», θεωρεί ότι είναι σημαντικό «να αναγνωρίσουμε ότι η ηθική απαιτεί να διακινδυνεύσουμε τον εαυτό μας» (στο ίδιο, σελ. 208), να βγούμε από τον εαυτό μας, να απαντήσουμε στην απεύθυνση των άλλων, να λογοδοτήσουμε και να απευθυνθούμε και εμείς, να συνδεθούμε, να παρακινηθούμε σε δράση, αποποιούμενοι και αποποιούμενες ένα «αύταρκες εγώ» και έτσι «να γίνουμε ανθρώπινοι» (στο ίδιο, σελ. 209).

Έτσι, ιδωμένη από τη σκοπιά της αναπόδραστης συνάντησης με τον Άλλο, η ηθική προσδιορίζει και τις κοινωνικές και πολιτικές διαστάσεις της λογοδοσίας του εαυτού και της ευθύνης του προς τους άλλους και την κοινωνία. Όπως εύστοχα το θέτει η Αθηνά Αθανασίου στο επίμετρο της ελληνικής έκδοσης του βιβλίου, «η θεώρηση της ηθικής μέσα από το πρίσμα των ορίων της αυτονομίας του υποκειμένου ισοδυναμεί με την επίμονη και θεμελιώδη σύνδεση της ηθικής με την πολιτική» (2009, σελ. 224). Από τις σημαντικές συμβολές του έργου αυτού της Butler, συγκρατώ το περιθώριο που αφήνει για δράση στο αποστερημένο και αδιαφανές, έστω, υποκείμενο και σε αυτή την άρρηκτη συνύφανση του «ηθικού» με το «πολιτικό».

 

Σημείωση: Το κείμενο αντλεί από το υπό δημοσίευση (2024) βιβλίο της συγγραφέα, Πολιτικές της ηθικής στην ανθρωπολογία: Κριτική προσέγγιση στις γενεαλογίες των κωδίκων, εκδόσεις Πατάκη.

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Αθανασίου, Α. (2009). Επίμετρο: Προ(σ)φέροντας τον εαυτό: Η ηθικοπολιτική της απεύθυνσης και της ευθύνης. Στο Bulter, J., Λογοδοτώντας για τον εαυτό (σελ. 211-226). Εκκρεμές.

Butler, J. & Connolly, W. E. (2000). Politics, Power and Ethics: A Discussion between Judith Butler and William Connolly. Theory & Event, 4(2), https://www.muse.jhu.edu/article/32589.

Butler, J. (2009). Λογοδοτώντας για τον εαυτό, (Μ. Λαλιώτης, μτφρ.). Εκκρεμές. (Το πρωτότυπο έργο εκδόθηκε το 2005.)

Das, V. (2006). Life and Words: Violence and the Descent into the Ordinary. University of California Press.

Fassin, D. (επιμ.). (2012). A Companion to Moral Anthropology. Wiley-Blackwell.

Faubion, J. (2011). An Anthropology of Ethics. Cambridge University Press.

Heintz, M. (2009). The Anthropology of Moralities. Berghahn Books.

Howell, S. (επιμ.). (1997). The Ethnography of Moralities. Routledge.

Laidlaw, J. (2014). The Subject of Virtue: An Anthropology of Ethics and Freedom. Cambridge University Press.

Pigg, S. L. (2012). Sexuality. Στο D. Fassin (επιμ.), A Companion to Moral Anthropology (320-338). Wiley-Blackwell.

Mahmood, S. (2005). Politics of Piety: The Islamic Revival and the Feminist Subject. Princeton University Press.

Zhang, E. Y. (2012). Mourning. Στο D. Fassin (επιμ.), A Companion to Moral Anthropology (264-282). Wiley-Blackwell.

Zigon, J. (2008). Morality: An Anthropological Perspective. Berg.