Please ensure Javascript is enabled for purposes of website accessibility
Skip links

Η έκτρωση ως άμβλωση και η σιωπηλή διαδικασία μιας απόξεσης για την τεχνητή διακοπή της εγκυμοσύνης

Η έκτρωση ως άμβλωση και η σιωπηλή διαδικασία μιας απόξεσης για την τεχνητή διακοπή της εγκυμοσύνης

 

Ευαγγελία Χορδάκη

 


 

Περίληψη

Σκοπός του παρόντος κειμένου είναι να αναλύσει σε μια ιστορική προοπτική τους πολλαπλούς όρους που χρησιμοποιούνται στην ελληνική γλώσσα για να περιγράψουν την πρακτική του τερματισμού μιας ανεπιθύμητης εγκυμοσύνης. Ξεκινώντας από την εξ ορισμού ποινικοποίηση της άμβλωσης, και τη διάκριση της από τη νόμιμη ιατρική πράξη της έκτρωσης και καταλήγοντας στην –γραμμένη στους χειρουργικούς πίνακες– απόξεση, το κείμενο προσπαθεί να ακολουθήσει τις έννοιες στην κίνηση τους σε διαφορετικά πεδία και ιστορικές περιόδους και στη σύνδεση τους με διαφορετικές κοινωνικές ομάδες και ιδεολογικά προτάγματα. Εκκινώντας από το ελληνικό φεμινιστικό κίνημα για την έκτρωση και την αντισύλληψη, συζητώ την έμφυλη κοινωνική σύγκρουση που αποτυπώνουν οι σχετικοί και διαφοροποιημένοι όροι, επιχειρώντας να προβληματοποιήσω τη σημερινή ταύτιση του εννοιολογικού περιεχομένου τους.

 

Ο τίτλος του παρόντος κειμένου αποσκοπεί στο να αποπροσανατολίσει την αναγνώστρια. Την καλεί να διαπεράσει τη σχετική ορολογία και να σχηματοποιήσει τις έννοιες με έναν τρόπο που να συμφωνεί με τους κανόνες της λογικής. Φυσικά κάτι τέτοιο είναι αδύνατο. Το συμπέρασμα στο οποίο θα οδηγηθεί είναι πως πρόκειται για μια σειρά συνώνυμων λέξεων, η τοποθέτηση των οποίων δημιουργεί μια ταυτολογική πρόταση. Είναι όμως πράγματι έτσι; Ποιο είναι το περιεχόμενο των παραπάνω εννοιών και το νόημα της παράθεσης αυτών των λέξεων; Στο σύντομο αυτό κείμενο θα προσπαθήσω να δείξω πως η παραπάνω πρόταση δεν αφορά απλώς αφηρημένες έννοιες. Αποτυπώνει την ιστορία αυτών των εννοιών και τις έμφυλες κοινωνικές συγκρούσεις που ενσωματώνουν. Ως τέτοια, από αφαιρετική μετατρέπεται σε επεξηγηματική –δίνει έμφαση στην πολλαπλότητα των θραυσμάτων της ιστορίας και εναντιώνεται στη βίαιη συμπύκνωση της.

Στόχος μου λοιπόν είναι να συζητήσω την ιστορική και κοινωνική διαδικασία μέσα από την οποία νομοθετήθηκε η τεχνητή διακοπή της εγκυμοσύνης (ως ιατρική πράξη) στην Ελλάδα, ενώ ταυτόχρονα πολιτισμικά, ως έννοια, αφομοιώθηκε σε αυτή της έκτρωσης και της άμβλωσης καθιστώντας τες συνώνυμες. Η αναζήτηση αυτή αναμφίβολα συνδέεται με διαφορετικές κοινωνικές ομάδες και τα συγκλίνοντα ή αντικρουόμενα ιδεολογικά προτάγματα τους, διαφορετικές μορφές πολιτικοποίησης, πολιτικής δράσης, έκφρασης και κοινωνικής (συν)ύπαρξης. Πρόκειται για μια ιστορία, η οποία στο εσωτερικό της περιλαμβάνει πολλές διαφορετικές ιστορίες. Στη δική μου αναζήτηση σημείο εκκίνησης και πυρήνας αυτής της ιστορίας θα είναι το ελληνικό φεμινιστικό κίνημα για την έκτρωση και την αντισύλληψη στα τέλη του 20ού αιώνα. Μια τέτοια θέση θα μου επιτρέψει τη θέαση των υπόλοιπων ιστοριών από την οπτική της ιστορίας του φεμινισμού.

Το ελληνικό φεμινιστικό κίνημα για την έκτρωση και την αντισύλληψη εμφανίζεται στην Ελλάδα την περίοδο της Μεταπολίτευσης και σημειολογικά κλείνει με τη νομιμοποίηση της έκτρωσης το 1986 (Νόμος 1609/1986). Πρόκειται για ένα κίνημα που εμφανώς σχετίζεται με τα αναπαραγωγικά δικαιώματα και, ως τέτοιο, είναι αναγκαίο να συνδεθεί με τα παγκόσμια κινήματα για την υγεία.1 Ταυτόχρονα πρόκειται για ένα οριακό κίνημα2 καθώς επαναδιαπραγματεύεται τα όρια μεταξύ επιστήμης και κοινωνίας και αναδιαμορφώνει τους όρους που καθορίζουν τη σχέση ανάμεσα σε διαφορετικές μορφές γνώσης και ειδημοσύνης. Αφορά λοιπόν μια ιστορική στιγμή μέσα στην οποία γεννήθηκαν φεμινιστικές επιστημολογίες, απαιτήθηκε η διαμόρφωση ενός φεμινιστικού βλέμματος στις επιστημονικές μεθόδους της Ιατρικής και πιο συγκεκριμένα της Γυναικολογίας, μετατρέποντας σε πολιτικό διακύβευμα τον εκδημοκρατισμό της γνώσης, συνδέοντας το με την αυτοδιάθεση του γυναικείου σώματος.

Η μελέτη του κινήματος, υπό αυτό το πρίσμα, φέρνει στην επιφάνεια διαφορετικές δημόσιες σφαίρες και αντικοινά3 τα οποία εμπλέκονται με οργανικό τρόπο στις συγκρούσεις που αφορούν τα παραπάνω ζητήματα. Γυναίκες, μέλη του φεμινιστικού/γυναικείου κινήματος (του κρατικού και του αυτόνομου φεμινισμού), δημοσιογράφοι, πολιτικοί, γιατροί και η Εκκλησία φαίνεται να διαμορφώνουν καθοριστικά το πεδίο της έμφυλης κοινωνικής σύγκρουσης στις πρώτες μεταπολιτευτικές δεκαετίες. Μέρος αυτής της σύγκρουσης αποτελούσε η επιλογή της λέξης που θα αναφερόταν στον τερματισμό μιας ανεπιθύμητης εγκυμοσύνης, αντικατοπτρίζοντας τη νομιμοποίηση της πράξης αυτής (νομοθετικά αλλά κυρίως κοινωνικά και πολιτισμικά) και επομένως την αναγνώριση του δικαιώματος των γυναικών να ελέγχουν το σώμα και την αναπαραγωγικότητα τους. Ταυτόχρονα σήμαινε και την αναγνώριση της ως ιατρική πράξη και επομένως τον περιορισμό και την καταδίκη της μαύρης αγοράς των «εκτρωσάδικων»4 (Κεφαλά, 1984).

Η διάκριση των εννοιών έκτρωση, άμβλωση και τεχνητή διακοπή της εγκυμοσύνης, ως πολιτική επιλογή, εμφανίζεται στους προαναφερθέντες χώρους, αντικατοπτρίζοντας και τη μεταξύ τους σχέση. Στο νομοθετικό πεδίο, και επομένως στο πεδίο της πολιτικής/κυβερνητικής/κρατικής διαμόρφωσης των νόμων, οι έννοιες διαχωρίζονται στις αντίστοιχες διατάξεις του πρώτου ποινικού κώδικα το 1835 (Ποινικός νόμος, 1935), καθώς και το 1950 (νόμος 1492/1950) και το 1978 (νόμος 821/1978), καθιστώντας εμφανές πως η έκτρωση αφορά τη νόμιμη ιατρική πράξη της διακοπής της εγκυμοσύνης για ιατρικούς λόγους, ενώ η άμβλωση αφορά την παράνομη πράξη της διακοπής της ανεπιθύμητης εγκυμοσύνης. Εξαιρετικό ενδιαφέρον ωστόσο παρουσιάζει η αλλαγή της ορολογίας στον νόμο 1609/1986, ο οποίος διαμορφώθηκε εν μέσω των φεμινιστικών κινητοποιήσεων του φεμινιστικού κινήματος, όπου οι παραπάνω έννοιες αντικαθίστανται από αυτήν της τεχνητής διακοπής της εγκυμοσύνης. Σε αντίθεση με το προηγούμενο νομοθετικό πλαίσιο, ο νέος νόμος που αποποινικοποίησε τις εκτρώσεις αποτύπωσε τις προσπάθειες του κράτους να κατευνάσει τις κοινωνικές συγκρούσεις –ακολουθώντας τα ευρωπαϊκά πρότυπα– και επομένως να μετασχηματιστεί από ένα πατερναλιστικό κράτος σε ένα τεχνοεπιστημονικό κράτος-ισορροπιστή.

Ακολούθως, τουλάχιστον μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1990 φαίνεται πως η ιατρική κοινότητα (ανα)παράγει την ίδια γλωσσική διάκριση ανάμεσα στην έκτρωση και την άμβλωση, διακρίνοντας το φαινόμενο σε μια ιατρική και μια αξιόποινη πράξη. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το ιατρικό σύγγραμμα Μαιευτική σύμφωνα με το οποίο:

Έκτρωση είναι η διακοπή της εγκυμοσύνης […]. Αν συμβεί με την επέμβαση μας λέγεται τεχνητή έκτρωση. Οι τεχνητές εκτρώσεις διακρίνονται σε αυτές, που εκτελούνται για να θεραπεύσουν παθολογικές καταστάσεις της εγκύου […] και λέγονται θεραπευτικές· και σε αυτές που εκτελούνται για να καταστρέψουν σκόπιμα το κύημα, γιατί είναι ανεπιθύμητο, και λέγονται εγκληματικές· και σε αυτές που εκτελούνται για να καταστρέψουν το κύημα επειδή λόγοι άσχετοι με την υγεία της εγκύου το επιβάλλουν (ηθικοί, κοινωνικοί, οικονομικοί, ευγονικοί) και λέγονται εκλεκτικές. Προκειμένου για τις εγκληματικές εκτρώσεις προτείνουμε την καθιέρωση του όρου άμβλωση, γιατί αυτός αποδίδει με ακρίβεια την ενέργεια μας. Όταν καταστρέφουμε επίτηδες κάτι που αναπτύσσεται, αμβλώσκουμε. […]. Έτσι στην πλούσια σε λέξεις γλώσσα μας, τρείς όροι πρέπει να επικρατήσουν. «Αυτόματη έκτρωση» όταν συμβαίνει χωρίς την επέμβαση μας. «Τεχνητή έκτρωση» όταν συμβαίνει για οποιονδήποτε λόγο με την επέμβαση μας. «Άμβλωση» όταν εκτελείται για την καταστροφή ανεπιθύμητης εγκυμοσύνης. (Παπανικολάου 1987, σελ. 346)

Η παραπάνω διάκριση όπως διαμορφώθηκε από το κράτος και την ιατρική κοινότητα –η Εκκλησία αναγνωρίζει και χρησιμοποιεί μέχρι και τις μέρες μας μόνο τον όρο άμβλωση– δεν ευθύνεται μόνο για τη δημιουργία εννοιολογικής διαφοροποίησης ή/και δαιμονοποίησης, αλλά ταυτόχρονα αναδεικνύει την επιτελεστικότητα των όρων. Σύμφωνα με τα παραπάνω, η άμβλωση δεν αφορά μόνο μια αξιόποινη εγκληματική πράξη, αλλά μια πράξη που δεν αποτελεί μέρος της ιατρικής πρακτικής και επομένως η εκτέλεσή της δεν οφείλει να ακολουθήσει τις επιστημονικές μεθόδους που θα εξασφαλίσουν τις κατάλληλες υγειονομικές συνθήκες και θα προστατεύσουν την υγεία των γυναικών. Έτσι, ο τεράστιος αριθμός παράνομων εκτρώσεων της περιόδου δεν είναι ικανός να αποτυπώσει τη βία που ασκήθηκε στα σώματα των γυναικών, επεμβαίνοντας στη μετέπειτα ποιότητα ή προσδόκιμο της ζωής τους.

Το φεμινιστικό κίνημα για την έκτρωση και την αντισύλληψη εμφανίζεται λοιπόν τα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης, φέρνοντας στην επιφάνεια επιστημολογικές ανισότητες και έμφυλες διακρίσεις,  διαρρηγνύοντας τις καθιερωμένες έμφυλες σχέσεις εξουσίας και αναδιαμορφώνοντας τον δημόσιο χώρο. Οι γυναίκες –ως ριζοσπαστική κατηγορία που αφορά τη συλλογική πολιτική δράση ενάντια στις έμφυλες ιεραρχίες και όχι τη βιολογική τους υπόσταση (Αθανασίου, 2018)– πυροδοτούν τον δημόσιο διάλογο για το ζήτημα των αναπαραγωγικών δικαιωμάτων και μεταξύ άλλων πολιτικοποιούν την δοσμένη ουδετερότητα τις γλώσσας. Κείμενα της περιόδου, προερχόμενα κυρίως από τον χώρο του αυτόνομου φεμινισμού,5 υπερασπίζονται ανοιχτά την επιλογή της λέξης έκτρωση και τη σημασία της μη ταύτισης της με την άμβλωση,6 μιας και αποτυπώνει την ιατρική πράξη χωρίς να την ιδεολογικοποιεί και να την ηθικοποιεί. Χαρακτηριστικό προς αυτήν την κατεύθυνση είναι το αίτημα της Αυτόνομης Κίνησης Γυναικών και της εμβληματικής καμπάνιας που διοργάνωσε το 1983 ώστε «να γίνει η έκτρωση ιατρική πράξη» (Αυτόνομη Κίνηση Γυναικών, 1983).

Παρά το γεγονός πως ο μεταπολιτευτικός φεμινιστικός αγώνας για την έκτρωση και την αντισύλληψη δεν σβήστηκε από τα χνάρια της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας, η μονομερής ταύτισή του με την αποποινικοποίηση της έκτρωσης (με όρους νομοθεσίας) φαίνεται να έσβησε από τη μνήμη τις πολλαπλές παρεμβάσεις των γυναικών στις κυρίαρχες έμφυλες πολιτισμικές πρακτικές. Αποτέλεσμα ή/και αίτιο αυτής της λήθης φαίνεται να είναι η ταύτιση των όρων έκτρωση και άμβλωση που επικρατεί στις μέρες μας σχεδόν σε όλο το εύρος του ελληνικού δημόσιου χώρου –παρά την παγκόσμιας εμβέλειας συνεχή καταπάτηση των αναπαραγωγικών δικαιωμάτων. Μια ταύτιση που συνοδεύεται και από την επίμονη πρακτική της ιατρικής κοινότητας να χρησιμοποιεί τον όρο απόξεση όταν εκτελεί τον τερματισμό μιας ανεπιθύμητης εγκυμοσύνης, αποσιωπώντας εκ νέου το βίωμα των γυναικών και υπονοώντας την ανάγκη μετονομασίας της πρακτικής ώστε να μπορέσει να χωρέσει στις ιατρικές πράξεις.  Τέσσερις (έως τώρα) λοιπόν διαφορετικές έννοιες για να περιγράψουν την πρακτική της διακοπής μιας ανεπιθύμητης εγκυμοσύνης και μια ιστορία της μεταπολιτευτικής περιόδου που προσπαθεί να μας υπενθυμίσει πως η χρήση τους δεν μπορεί παρά να αποτυπώνει την πολιτική μας στάση απέναντι στις συνεχείς έμφυλες κοινωνικές συγκρούσεις.

 

Σημειώσεις

1 Αναφέρομαι στον αγγλικό όρο Health Social Movements (HSMs).

2 Αναφέρομαι στον αγγλικό όρο boundary movements.

3 Αναφέρομαι στον αγγλικό όρο counterpublics.

4 Αξίζει να σημειωθεί πως στην δεκαετή πορεία του φεμινιστικού κινήματος για την έκτρωση και την αντισύλληψη πολυάριθμα ιστορικά τεκμήρια αναφέρουν 200.000-500.000 παράνομες εκτρώσεις τον χρόνο στην Ελλάδα.

5 Στα έντυπα που προέρχονται από οργανώσεις του κρατικού φεμινισμού χρησιμοποιούνται και οι δύο όροι, χωρίς να αναφέρονται σαφώς οι λόγοι της διαφοροποίησης τους.

6 Ο τύπος της εποχής (εφημερίδες και περιοδικά γενικού ενδιαφέροντος) φαίνεται να χρησιμοποιεί εναλλακτικά τις δύο έννοιες.

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Αθανασίου, Α. (2018).  Το να ‘γίνεσαι φεμινίστρια’ ως κριτική επιτελεστικότητα του πολιτικού. Στο Ντ. Βαίου & Α. Ψαρρά (επιμ.), Εννοιολογήσεις και πρακτικές του φεμινισμού. Μεταπολίτευση και «μετά» (19-33). Πρακτικά ημερίδας. Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων.

Αυτόνομη Κίνηση Γυναικών (31 Μαρτίου 1983). Φυλλάδιο για την καμπάνια «Έκτρωση, Αντισύλληψη, Σεξουαλικότητα.» [Προσωπική συλλογή Δρος Ευτυχίας Λεοντίδου.]

Κεφαλά, Π. (1984, Μάρτιος). Φάκελος…εκτρώσεις. Μπούρντα. [Αρχείο Γυναικών «Δελφύς».]

Νόμος 1492/1950. Περί κυρώσεων του Ποινικού Κώδικα. [Βιβλιοθήκη της Βουλής.]

Νόμος 821/1978. Περί αφαιρέσεων και μεταμοσχεύσεων βιολογικών ουσιών ανθρώπινης προέλευσης. [Βιβλιοθήκη της Βουλής.]

Νόμος 1609/1986. Τεχνητή διακοπή της εγκυμοσύνης και προστασία της γυναίκες και άλλες διατάξεις. [Βιβλιοθήκη της Βουλής.]

Παπανικολάου, Ν. Α. (1987). Μαιευτική. 2η Έκδοση. [Βιβλιοθήκη Ελληνικής Μαιευτικής και Γυναικολογικής Εταιρείας.]

Ποινικός Νόμος (1835). Ποινικός Νόμος του Βασιλείου της Ελλάδας. http://srv1-vivl-volou.mag.sch.gr/islandora/object/voDKI%3A223 (προσπελάστηκε 25/02/2023).

Ευαγγελία Χορδάκη

Η Ευαγγελία Χορδάκη είναι ιστορικός της επιστήμης, Δρ Επικοινωνίας της Επιστήμης και Σπουδών Φύλου και μεταδιδακτορική ερευνήτρια στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών. Τα ερευνητικά της ενδιαφέρονται εστιάζουν στη σχέση φύλου και (τεχνο)επιστήμης, τις φεμινιστικές επιστημολογίες και τους διαφορετικούς τύπους ειδημοσύνης, την ψηφιακότητα και τη φεμινιστική θεωρία, την παραγωγή και κυκλοφορία της γνώσης.