Αμφισβητώντας το δικαίωμα των γυναικών στην αυτοδιάθεση του σώματός τους: Το παράδειγμα της άμβλωσης
Άννα Βουγιούκα
Περίληψη
Η αμφισβήτηση του δικαιώματος των γυναικών στην αυτοδιάθεση του σώματος, εκ μέρους της εκκλησίας και σειράς νεοσυντηρητικών και ακραίων παραθρησκευτικών οργανώσεων, στις οποίες προσφάτως έχει τείνει ευήκοο ους η πολιτεία, έχουν μακρά ιστορία στη χώρα. Στόχος των σεξιστικών, μισογυνικών και σκοταδιστικών πολιτικών παρεμβάσεων δεν είναι μόνο η υπονόμευση των δικαιωμάτων των γυναικών και οποιασδήποτε εκσυγχρονιστικής προσπάθειας για την ένταξη της σεξουαλικής αγωγής στην εκπαίδευση, αλλά και ο συνολικότερος έλεγχος της σεξουαλικής συμπεριφοράς των πολιτών και ιδιαιτέρως των νέων, μέσω συστηματικών επιθέσεων στην αντισύλληψη, στην ελευθερία επιλογής και στην ελεύθερη έκφραση της σεξουαλικότητας. Η προσπάθεια ενοχοποίησης των γυναικών που επιλέγουν την άμβλωση συνεπάγεται πλήρη αδιαφορία για την υγεία γυναικών και την υποχρέωση της πολιτείας να διασφαλίζει τη διενέργεια ασφαλών αμβλώσεων, διαπλέκεται με τον κυρίαρχο πατριαρχικό λόγο για το δημογραφικό πρόβλημα και τη μείωση της γεννητικότητας και παραβλέπει ισχύοντες νόμους και διεθνείς συνθήκες που ορίζουν τα σεξουαλικά και αναπαραγωγικά δικαιώματα των γυναικών ως διεθνώς αναγνωρισμένα και νομικά κατοχυρωμένα ανθρώπινα δικαιώματα.
Σύντομο χρονικό μιας επιχειρούμενης κοινωνικής οπισθοδρόμησης
Παρά το γεγονός ότι μια σειρά πρόσφατα περιστατικά στον δημόσιο βίο δίνουν την εντύπωση ότι η αμφισβήτηση ενός θεμελιώδους δικαιώματος των γυναικών, αυτό της αυτοδιάθεσης του σώματος, που συναρτάται άμεσα με τον έλεγχο της σεξουαλικότητας, την αναπαραγωγική ελευθερία και το δικαίωμα επιλογής, συνιστά ένα είδος «κεραυνού εν αιθρία», η αμφισβήτηση του θεσμικά κατοχυρωμένου δικαιώματος στην άμβλωση, έχει μακρά διαδρομή στη χώρα μας. Είναι μια διαδρομή η οποία έχει κατά κύριο λόγο χαραχτεί από την εκκλησία και διάφορες παραεκκλησιαστικές οργανώσεις, με τη συνδρομή νεοσυντηρητικών ή και ακροδεξιών μορφωμάτων και προσφάτως θεσμικών φορέων της πολιτείας.1 Αφορά αφενός έναν «από τα κάτω» λόγο (μέσα από κηρύγματα, φυλλάδια, καμπάνιες, κλπ.) στηριγμένο σε ακραία συντηρητικές και αντιεπιστημονικές απόψεις και κυρίως σε μια σεξιστική ηθική η οποία απέναντι στην ελευθερία και στο δικαίωμα της επιλογής αντιτάσσει την αμαρτία, τον στιγματισμό και την ενοχοποίηση των γυναικών που διεκδικούν το δικαίωμα να αποφασίζουν οι ίδιες για το σώμα τους, το κατά πόσον, πότε και με ποιες προϋποθέσεις θα τεκνοποιήσουν και θα επιλέξουν ή όχι τη μητρότητα. Αφετέρου, αναπαράγεται από έναν πιο ηγεμονικό λόγο που εκφράζεται από θεσμικούς φορείς της εκκλησίας και ανώτατους θρησκευτικούς λειτουργούς και καταφέρεται όχι μόνο κατά του δικαιώματος της άμβλωσης, αλλά και του δικαιώματος της αντισύλληψης, της πληροφόρησης και εκπαίδευσης για τη σεξουαλική/ αναπαραγωγική υγεία, αλλά και κατά των σεξουαλικών σχέσεων εκτός του «ιερού θεσμού» του γάμου. Με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα την πρόσφατη απόφαση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδας, η οποία, μετά την καθιέρωση της ημέρας του «αγέννητου παιδιού» τον Ιούλιο του 2019, εξέφρασε θέση ότι «η εκούσια έκτρωση είναι φόνος και δεν την αποδέχεται» διότι σύμφωνα με την Αγία Γραφή και τις ιερές παραδόσεις της Ορθόδοξης Εκκλησίας το έμβρυο αποτελεί «πλήρη και ακέραιο άνθρωπο από τη στιγμή της σύλληψης».2
Το ιδεολογικό και πολιτικό υπόβαθρο αυτών των πολιτικών παρεμβάσεων είναι παλαιό και ανυποχώρητο και παρά τις κατά καιρούς σιωπές υπονομεύει επί δεκαετίες κάθε εγχείρημα της πολιτείας για την έμπρακτη κατοχύρωση των σεξουαλικών και αναπαραγωγικών δικαιωμάτων των γυναικών και ιδιαιτέρως των νεαρών κοριτσιών και αγοριών. Δεν έχουμε παρά να σκεφτούμε επιλεκτικά κάποια πρόσφατα γεγονότα όπως και την επί εξήντα και πλέον χρόνια αποτυχημένη προσπάθεια ένταξης του μαθήματος της σεξουαλικής αγωγής στην υποχρεωτική εκπαίδευση. Ή ακόμα τι μεσολάβησε το 2016, με αφορμή τη θεματική εβδομάδα και την εισαγωγή για πρώτη φορά στην ιστορία της χώρας ενοτήτων για τις έμφυλες ταυτότητες στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, όταν ακραίοι εκκλησιαστικοί κύκλοι και φασίζοντες θρησκευτικοί λειτουργοί επιτέθηκαν με ρατσιστικό και ομοφοβικό λόγο στο μάθημα, αναπαράγοντας τη μισαλλοδοξία και το μίσος απέναντι σε όσους και όσες δεν συμμορφώνονται με τα ετεροκανονιστικά εθνοπατριαρχικά πρότυπα, και απαιτώντας την κατάργησή του.3 Ενώ το 2019 παραπέμφθηκαν σε δίκη τέσσερις νηπιαγωγοί, μετά από μήνυση γονέα με την αιτιολογία ότι το παιδί του τραυματίστηκε ψυχολογικά, διότι στο πλαίσιο του μαθήματος αγωγής υγείας οι νηπιαγωγοί μέσω του εγκεκριμένου από το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής προγράμματος «Παίζω με τον Φρίξο και μαθαίνω για το σώμα μου και τις διαπροσωπικές σχέσεις», μίλησαν στα παιδιά για την επιστημονική ονομασία των γεννητικών οργάνων (δηλαδή για το πέος και το αιδοίο). Η εκκλησία, αμετακίνητα προσηλωμένη σε νεοσυντηρητικές και σεξιστικές αντιλήψεις, καταδίκασε το εν λόγω πρόγραμμα ως απαράδεκτο καλώντας συλλόγους γονέων και εκπαιδευτικών να αντιδράσεων δυναμικά για την κατάργηση της διδασκαλίας του, διότι «η σεξουαλική αγωγή είναι αντιπαιδαγωγική» και οι σχέσεις εκτός γάμου (πάντα ετεροφυλοφιλικές) μη αποδεκτές.4 Αξίζει να σημειωθεί ότι το προαναφερόμενο εκπαιδευτικό πρόγραμμα έλαβε το βραβείο Αριστείας και Καινοτομίας στη Σεξουαλική Αγωγή 2019 από τον Παγκόσμιο Οργανισμό για τη Σεξουαλική Υγεία,5 ενώ η Ελλάδα συνεχίζει να συγκαταλέγεται στις χώρες της Ευρώπης όπου δεν υφίσταται σαφές νομικό πλαίσιο για την ένταξη της σεξουαλικής αγωγής στην υποχρεωτική εκπαίδευση.6
Συνέπειες της άρνησης του δικαιώματος των γυναικών στην αυτοδιάθεση του σώματος
Στόχος των βαθύτατα συντηρητικών και μισογυνικών αυτών πολιτικών παρεμβάσεων είναι καταρχάς ο έλεγχος της σεξουαλικής συμπεριφοράς των γυναικών, αλλά και συνολικότερα των πολιτών και ιδιαιτέρως των νεαρών μελών του «ποιμνίου». Γι’ αυτό και η κοινωνική οπισθοδρόμηση που επιχειρείται έχει πολλαπλές απευθύνσεις και όχι μόνο την υπονόμευση του ισχύοντος νόμου (Ν. 1609/1986, Τεχνητή διακοπή εγκυμοσύνης και προστασία της υγείας των γυναικών) ή την αδρανοποίηση ενός κατοχυρωμένου ανθρώπινου δικαιώματος των γυναικών. Διότι η σεξουαλική αγωγή και η ενημέρωση για τη σεξουαλικότητα και τις διαπροσωπικές σχέσεις έχουν αποφασιστική σημασία για την κατάρριψη σκοταδιστικών και αντιεπιστημονικών αντιλήψεων, σεξιστικών και ομοφοβικών στερεοτύπων σχετικά με τα φύλα, την ταυτότητα φύλου και το δικαίωμα στην έκφραση και βίωση της σεξουαλικότητας χωρίς εξαναγκασμό και βία, όπως και για την κατάρριψη συχνά εξωπραγματικών αντιλήψεων μεταξύ των νέων για το σεξ, συμβάλλοντας ουσιαστικά στην πρόληψη εκφοβιστικών και «μάτσο» συμπεριφορών και σε αντίσταση απέναντι στην κανονικοποίηση της βίας.
Επίδικο των πολιτικών τοποθετήσεων κατά των αμβλώσεων είναι το δικαίωμα των γυναικών να ορίζουν το σώμα τους και αυτό για την εκκλησία και τους παραεκκλησιαστικούς κύκλους δεν είναι ανεκτό διότι η αναπαραγωγή και οι προϋποθέσεις για την επίτευξή της (γάμος και ετεροκανονικότητα), είναι πεδίο που διεκδικεί να ελέγχει απολύτως η εκκλησία στο πλαίσιο της θείας εντολής περί «αυξάνεσθε και πληθύνεσθε». Επιπλέον, η ενοχοποίηση και ο στιγματισμός των γυναικών που επιλέγουν την άμβλωση έχει ως στόχο και συνέπεια την περιορισμένη ή και μηδενική πρόσβαση των γυναικών στα δικαιώματά τους και όσα προβλέπει ο νόμος για την προστασία της υγείας των γυναικών εκ μέρους της πολιτείας και τη διενέργεια ασφαλών αμβλώσεων σε οργανωμένες νοσηλευτικές μονάδες, με τη συναίνεση της εγκύου, από εξειδικευμένες/ους γιατρούς. Όπως επίσης και σε όσα ορίζονται στον νόμο για την εβδομάδα της κύησης κατά την οποία μπορεί να πραγματοποιηθεί άμβλωση.7
Στην αποδοχή αυτών των αντιλήψεων και στο επιχείρημα περί της ανέτοιμης ελληνικής κοινωνίας συμβάλλει επίσης το γεγονός ότι συχνά η εκκλησία έχει υπάρξει προνομιακός συνομιλητής της πολιτείας ακόμα και σε θέματα που εμπίπτουν εντελώς εκτός του πεδίου αρμοδιοτήτων της, στο πλαίσιο μιας σύγχρονης δημοκρατίας και ενός κοσμικού κράτους. Ενώ, μετά τον χαρακτηρισμό της έκτρωσης ως φόνου εκ μέρους της εκκλησίας, προκύπτουν σοβαρά ερωτήματα όχι μόνο για τις προϋποθέσεις ορισμού μιας πράξης ως εγκληματικής στο πλαίσιο ενός κράτους δικαίου, τη στιγμή μάλιστα που ο Ν. 1609/1986 έχει αποποινικοποιήσει τις αμβλώσεις, αλλά και για τον ρόλο που διαδραματίζει η εκκλησιαστική εξουσία στις κοινωνικές σχέσεις, στην πρόσβαση σε θεσμικά κατοχυρωμένα δικαιώματα και κυρίως στον εκτοπισμό και στιγματισμό των γυναικών που επιλέγουν την άμβλωση. Παράλληλα, δεν θα πρέπει να μας διαφεύγει ότι ο λόγος κατά των αμβλώσεων έχει επανειλημμένα διασυνδεθεί με το δημογραφικό πρόβλημα της χώρας και τη μείωση της γεννητικότητας όχι μόνο στο πλαίσιο της ηθικής που προβάλλει η εκκλησία για τη σωτηρία του έθνους, αλλά και στο πλαίσιο σύγχρονων πολιτικών αναλύσεων και προτάσεων που παράγονται από θεσμικούς πολιτειακούς φορείς.8
Από την προσέγγιση αυτή και την απαξίωση των γυναικών που δεν αποφασίζουν να τεκνοποιήσουν δεν εξαιρείται ούτε η έκθεση της επιστημονικής επιτροπής για τις δημογραφικές εξελίξεις που υποβλήθηκε στη Διακομματική Κοινοβουλευτική Επιτροπή για το Δημογραφικό και περιλαμβάνεται στην Έκθεση του 2018.9 Για παράδειγμα, παρά τις σημαντικές προτάσεις, στην έκθεση αναφέρεται ότι στις αναπτυγμένες κοινωνίες η γονιμότητα μειώθηκε γύρω από το όριο αναπαραγωγής διότι μεταξύ των άλλων περιορίστηκαν οι έμφυλες ανισότητες σε βασικούς τομείς και ταυτοχρόνως διευρύνθηκαν οι δυνατότητες των γυναικών να αποφασίζουν για τη ζωή τους και τον αριθμό των παιδιών που θα αποκτήσουν (Βουλή των Ελλήνων 2018, σελ. 97). Επίσης στο κείμενο χρησιμοποιείται απαξιωτική και στιγματιστική γλώσσα για την (τελική) αγαμία, η οποία ορίζεται ως «το πλήθος των γυναικών μιας γενεάς που δεν παντρεύτηκαν ποτέ» και την (τελική) ατεκνία η οποία ορίζεται ως «το πλήθος των γυναικών μιας γενεάς που δεν τεκνοποίησαν», ενώ η γονιμότητα των γυναικών ποσοτικοποιείται μέσω του απαιτητού ορίου αναπαραγωγής που αντιστοιχεί στον «απαιτούμενο αριθμό παιδιών ανά γυναίκα, που επιτρέπει σε 1000 μητέρες να αντικατασταθούν από 1000 κόρες» (Βουλή των Ελλήνων 2018, σελ. 139-140).
Διεθνώς αναγνωρισμένα και νομικά κατοχυρωμένα τα σεξουαλικά και αναπαραγωγικά δικαιώματα των γυναικών
Η προσπάθεια να θεωρηθεί «έγκλημα» η ελευθερία επιλογής και το δικαίωμα των γυναικών στην άμβλωση μέσα από τη χρήση σοκαριστικών και παραπλανητικών εικόνων και ψευδών δεδομένων για το έμβρυο που χωρίς καμία βιολογική βάση ονομάζεται «αγέννητο παιδί», εκτός από την εργαλειοποίηση του σώματος των γυναικών ως μηχανών αναπαραγωγής, την αυθαίρετη ιεράρχηση του δικαιώματος στην αυτοδιάθεση του σώματος ως υποδεέστερου του δικαιώματος στην τεκνοποιία και γονεϊκότητα, τον ορισμό της μητρότητας ως τον μοναδικό προορισμό των γυναικών και την κοινωνική απαξίωση όσων γυναικών επιλέγουν να μη γίνουν (βιολογικές) μητέρες, παραβλέπει επίσης ισχύοντες νόμους, διεθνείς συνθήκες, διακηρύξεις και οδηγίες θεσμικών φορέων, ευρωπαϊκών και διεθνών οργανώσεων για τα ανθρώπινα δικαιώματα και την ισότητα των φύλων (Συμβούλιο της Ευρώπης, ΟΗΕ, Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, Διεθνής Αμνηστία, Ευρωκοινοβούλιο, Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο για την Ισότητα των Φύλων, UN WOMEN κλπ.), που ορίζουν τα σεξουαλικά και αναπαραγωγικά δικαιώματα των γυναικών ως διεθνώς αναγνωρισμένα και νομικά κατοχυρωμένα ανθρώπινα δικαιώματα.
Για παράδειγμα, σύμφωνα με την Πλατφόρμα Δράσης του Πεκίνου (1995) που εγκρίθηκε στην 4η Παγκόσμια Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για τις Γυναίκες, το δικαίωμα κάθε γυναίκας να ελέγχει και να αποφασίζει ελεύθερα και υπεύθυνα για όλα θέματα που αφορούν τη σεξουαλικότητά της, συμπεριλαμβανομένης της σεξουαλικής και αναπαραγωγικής της υγείας, χωρίς διάκριση, εξαναγκασμό και άσκηση βίας, συνιστά ανθρώπινο δικαίωμα (άρθρο 96). Επίσης, στη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για την Εξάλειψη Όλων των Μορφών Διακρίσεων κατά των Γυναικών/ CEDAW (Ν. 1342/1983), ορίζεται ότι τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι άνδρες και γυναίκες έχουν «ίσα δικαιώματα προκειμένου να αποφασίζουν ελεύθερα και υπεύθυνα για τον αριθμό και τα χρονικά διαστήματα που θα φέρουν στον κόσμο τα παιδιά τους», και εγγυώνται «το δικαίωμα των γυναικών στην πληροφόρηση και λήψη των μέσων που θα τις καταστήσουν ικανές να ασκήσουν αυτά τα δικαιώματα» (άρθρο 16, παρ. 1/ε).
Οι κοινωνικές αντιλήψεις και στάσεις για την άμβλωση και τα δικαιώματα των γυναικών δεν στηρίζονται σε βιολογικά θέσφατα και φυσικούς νόμους ούτε είναι αμετάβλητες στο χρόνο. Αντανακλούν ιστορικά διαμορφωμένα έμφυλα και σεξουαλικά πρότυπα καθώς και τον ευρύτερο αντίκτυπο των έμφυλων ανισοτήτων, στερεοτύπων και προκαταλήψεων που είναι εμπεδωμένες και αναπαράγονται μέσω θρησκευτικών δογμάτων, πολιτικών και κοινωνικών θεσμών. Η έμπρακτη κατοχύρωση του δικαιώματος και κυρίως η πρόσβαση στην άμβλωση αποτελούν θεμελιώδεις προϋποθέσεις για την άσκηση του δικαιώματος της σεξουαλικής ελευθερίας και της ελευθερίας επιλογής οποιασδήποτε κοινωνικής, πολιτικής ή οικονομικής ταυτότητας επιλέξει να βιώσει μια γυναίκα. Η μητρότητα είναι επιλογή και όχι προορισμός και τα σώματά μας ο τόπος υποστασιοποίησης των επιλογών μας.
Σημειώσεις
1 Βλέπε για παράδειγμα έγγραφο του Υπουργείου Παιδείας στα σχολεία της Περιφέρειας Αττικής, με στόχο την ενημέρωση των εκπαιδευτικών και των δεκαπενταμελών μαθητικών συμβουλίων για εκδήλωση σχετικά που διοργανώθηκε από παραθρησκευτική οργάνωση η οποία συμμετείχε στην καμπάνια κατά των αμβλώσεων.
2 Βλέπε Αποφάσεις Διαρκούς Ιεράς Συνόδου (4/2/2020): http://www.ecclesia.gr/greek/holysynod/holysynod.asp?id=2596&what_sub=d_typou.
3 Τελικώς το Υπουργείο Παιδείας με εγκύκλιό του (31/1/20) κατήργησε τη θεματική εβδομάδα. https://www.esos.gr/sites/default/files/articles-legacy/enimerosi_gia_ti_thematiki_evdomada_.pdf.
4 Βλέπε αναλυτικότερα: https://www.ekklisiaonline.gr/nea/aparadekto-programma-sexoualikis-diapedagogisis-gia-nipia/. Σημειώνεται ότι με πρόσφατη απόφαση του Υπουργείου Παιδείας, ο «Φρίξος» όπως και το πρόγραμμα για την έμφυλη βία (Gender Equality Matters) θα επανεξεταστούν.
5 https://worldsexualhealth.net/was-awards/awardees-for-excellence-innovation-in-sexuality-education/.
6 Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση αξιολόγησης, σε 18 από τις 25 χώρες της Ευρώπης και της Κεντρικής Ασίας που συμμετείχαν στην έρευνα, υπάρχει σαφές νομικό πλαίσιο για τη σεξουαλική αγωγή στην υποχρεωτική εκπαίδευση. Βλέπε: Federal Centre for Health Education & IPP – European Network (2018) Sexual Education in Europe and Central Asia – State of the Art and Recent Developments. https://www.bzga-whocc.de/fileadmin/user_upload/Dokumente/BZgA_IPPFEN_ComprehensiveStudyReport_Online.pdf.
7 Εντός των πρώτων δώδεκα εβδομάδων της κύησης σε κάθε περίπτωση, των πρώτων εικοσιτεσσάρων εβδομάδων αν υπάρχουν ενδείξεις σοβαρής ανωμαλίας του εμβρύου, των πρώτων δεκαεννέα εβδομάδων αν η εγκυμοσύνη είναι αποτέλεσμα βιασμού, αποπλάνησης ανήλικης, αιμομιξίας ή κατάχρησης γυναίκας ανίκανης να αντισταθεί, και χωρίς χρονικό περιορισμό, αν υπάρχει αναπότρεπτος κίνδυνος για τη ζωή της εγκύου. Επίσης, όταν η έγκυος είναι ανήλικη, απαιτείται συναίνεση γονέα ή εκείνης/ου που έχει την επιμέλεια της ανήλικης. (Ν. 1609/1986, άρθρο 2).
8 Φτάνει να θυμηθούμε το εθνικιστικό, ρατσιστικό και σεξιστικό ιδεολογικοπολιτικό πλαίσιο του Πορίσματος της Διακομματικής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής για το δημογραφικό του 1993, που είχε κηρύξει τη μείωση της γεννητικότητας «μείζον εθνικό, κοινωνικό και οικονομικό πρόβλημα», εν δυνάμει απειλητικό για την εθνική ανεξαρτησία και εδαφική ακεραιότητα, συγκαταλέγοντας στις αιτίες του φαινομένου την κρίση της παραδοσιακής ελληνικής οικογένειας, τον υψηλό δείκτη των αμβλώσεων, το HIV/AIDS, τον υπέρμετρο ευδαιμονισμό και την αθρόα είσοδο των γυναικών στην αγορά εργασίας.
9 Βουλή των Ελλήνων, Περίοδος ΙΖ’ – Σύνοδος Δ’, Έκθεση της Διακομματικής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής για το Δημογραφικό, Αθήνα, 2018.
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
Η Άννα Βουγιούκα είναι κοινωνική επιστήμονας, ερευνήτρια και εμπειρογνώμονας σε θέματα ισότητας των φύλων.