Please ensure Javascript is enabled for purposes of website accessibility
Skip links

Εξορία και πολλότητα σε νεοφιλελεύθερους καιρούς: Οι ακαδημαϊκοί της Τουρκίας για την ειρήνη

Εξορία και πολλότητα σε νεοφιλελεύθερους καιρούς: Οι ακαδημαϊκοί της Τουρκίας για την ειρήνη1

 

Seçkin Sertdemir Özdemir, Nil Mutluer & Esra Özyürek
Μετάφραση: Βαγγέλης Πούλιος

 


 

Περίληψη

Σήμερα χιλιάδες ακαδημαϊκοί από την Τουρκία, μαζί με άλλους και άλλες από τη Συρία, το Ιράν και την Αίγυπτο, έχουν εγκαταλείψει τις πατρίδες τους και έχουν αναζητήσει πνευματικό καταφύγιο σε δυτικές χώρες. Οι εξόριστοι και οι εξόριστες ακαδημαϊκοί επιχειρούν να ασκήσουν ποικίλες μορφές διδασκαλίας και έρευνας, τόσο στην Τουρκία όσο και στην εξορία. Ισχυριζόμαστε ότι οι σημερινοί αγώνες των αντιπολιτευόμενων ακαδημαϊκών εντός και εκτός Τουρκίας μάς βοηθούν να δούμε τη φύση της παγκόσμιας κρίσης στο νεοφιλελεύθερο πανεπιστήμιο, το οποίο στηρίζεται στις επισφαλείς εργασιακές συνθήκες των παραγωγών γνώσης και στην εμπορευματοποίηση της εκπαίδευσης. Κάποιες από τις απαντήσεις σε αυτήν την κρίση ίσως να βρίσκονται, όπως συνέβη τις δεκαετίες του 1930 και 1940, στα χέρια των ίδιων εκείνων διωκόμενων επιστημόνων που φέρνουν μαζί τους ακαδημαϊκές προοπτικές διαμορφωμένες σε καταπιεστικά καθεστώτα. Σε σύντομο χρονικό διάστημα, οι Ακαδημαϊκοί για την Ειρήνη έχουν πετύχει δύο στόχους. Έχουν αντισταθεί μέσω μιας ειρηνικής, μη βίαιης πολιτικής ανυπακοής στις πολιτικές πιέσεις που τους ασκήθηκαν από την όλο και πιο αυταρχική τουρκική κυβέρνηση, τολμώντας να απαιτήσουν και να δημιουργήσουν έναν νέο, πιο πλουραλιστικό τουρκικό δημόσιο χώρο. Δεύτερον, έχουν τολμήσει, ακόμα και υπό την απειλή της ακαδημαϊκής και πολιτικής επισφάλειας, να τηρήσουν μια κριτική στάση απέναντι στην εμπορευματοποίηση και ιεραρχικοποίηση των τουρκικών και ευρωπαϊκών πανεπιστημίων και, σε απάντηση, να δημιουργήσουν νέους αυτόνομους τρόπους διδασκαλίας και έρευνας στις χώρες προέλευσης ή φιλοξενίας. Μια προσέγγιση που θα υπερβαίνει την ανθρωπιστική στήριξη που δόθηκε σε αντιφρονούντες ακαδημαϊκούς έχει τη δυνατότητα να κάνει πιο πλουραλιστικό τον χώρο του πανεπιστημίου.

 

Στις 24 Απριλίου 2018 στο Βερολίνο, το βραβείο Θάρρος Σκέψης της διεθνούς οργάνωσης Επιστήμονες σε Κίνδυνο (Scholars at Risk) δεν απονεμήθηκε σε έναν ή μία ακαδημαϊκό, αλλά σε 1.028 ακαδημαϊκούς συλλογικά. Αποδέκτες του βραβείου ήταν οι Ακαδημαϊκοί για την Ειρήνη (Academics for Peace / Barış İçin Akademisyenler), μια ομάδα ακαδημαϊκών που τον Ιανουάριο του 2016 υπέγραψε το αίτημα ειρήνης «Δεν θα συμμετέχουμε σε αυτό το έγκλημα!», το οποίο καλούσε την τουρκική κυβέρνηση να παύσει την εντεινόμενη βία που ασκεί στις κουρδικές επαρχίες και να επιστρέψει στις παγωμένες διαπραγματεύσεις με τους Κούρδους –να συμμορφωθεί με το εθνικό και το διεθνές δίκαιο. Αυτή ήταν η πρώτη φορά που ένας σημαντικός αριθμός ακαδημαϊκών από την Τουρκία, με κουρδική ή μη καταγωγή, συνασπίστηκε με αλληλεγγύη για να εγείρει σαφείς διεκδικήσεις απέναντι στο πολιτικό ταμπού της τουρκικής κρατικής βίας κατά των Κούρδων. Ο Πρόεδρος Recep Tayyip Erdoğan αντέδρασε αμέσως, ποινικοποιώντας το αίτημα και όσους/όσες το υπέγραψαν. Απηύθυνε κατηγορίες προδοσίας και τρομοκρατικής προπαγάνδας και ανακοίνωσε την έναρξη της ποινικής διερεύνησης της υπόθεσης. Μετά από την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος τον Ιούλιο του 2016 και την κίνηση του Erdoğan να εδραιώσει μια αυταρχική εξουσία, ακολούθησαν πειθαρχικές ενέργειες από τα πανεπιστήμια και κατά των πανεπιστημίων, οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα να τεθούν σε διαθεσιμότητα, να διερευνηθούν ποινικά, να διωχθούν, να συλληφθούν και να προφυλακιστούν οι υπογράφοντες κι οι υπογράφουσες. Χιλιάδες ακαδημαϊκοί έχασαν τις δουλειές τους.

Δύο χρόνια αργότερα, μετά τη συνεπακόλουθη έξοδο των ακαδημαϊκών από την Τουρκία και τις προσπάθειες της ευρωαμερικανικής ακαδημαϊκής κοινότητας να απορροφήσει προσωρινά ένα ποσοστό αυτών,2 στην τελετή απονομής του βραβείου Θάρρος Σκέψης για το 2018, η πρόεδρος των Επιστημόνων σε Κίνδυνο υπογράμμισε τη σύνδεση μεταξύ της υπεράσπισης των ακαδημαϊκών και των δημοκρατικών ελευθεριών παγκοσμίως:

Αποδέκτης του βραβείου μας σήμερα δεν θα είναι κάποιο θαρραλέο άτομο, αλλά πολλοί και πολλές που χρησιμοποίησαν τις δεξιότητές τους στην έρευνα, τη συγγραφή και τη διδασκαλία για να αντισταθούν σε μια σκοτεινή στιγμή, στην περίπτωσή τους στην ιστορία της τουρκικής ανώτερης εκπαίδευσης. Με αυτή την αντίστασή τους ενσαρκώνουν την ευθύνη της εξήγησης και της υπεράσπισης των αξιών της ανώτερης εκπαίδευσης όσο κι εκείνων της δημοκρατίας.

Είμαστε τρεις από τις υπογράφουσες του αιτήματος των Ακαδημαϊκών για την Ειρήνη που τώρα βρισκόμαστε εξόριστες στην Ευρώπη. Η μία από εμάς, αμέσως μόλις ξεκίνησε η καταστολή του Προέδρου Erdoğan τον Ιανουάριο του 2016, έχασε τη θέση της σε ένα τουρκικό πανεπιστήμιο, ταξίδεψε στη Γερμανία και πήρε την υποτροφία Philipp Schwarz για ακαδημαϊκούς σε κίνδυνο. Η άλλη παραιτήθηκε ύστερα από εκφοβισμό που δέχτηκε στην υπηρεσία της, εγκαταστάθηκε στην Ευρώπη και έγινε ανεξάρτητη ερευνήτρια, εξαρτώμενη οικονομικά από την οικογένειά της. Η τελευταία απασχολείται πλήρως για χρόνια σε αμερικανικά και ευρωπαϊκά πανεπιστήμια. Για τις πρώτες δύο, οι οποίες εργάζονταν στην Τουρκία το 2016, διεξάγεται διοικητική και ποινική έρευνα. Και οι τρεις ολοκληρώσαμε τον πρώτο κύκλο της πανεπιστημιακής μας εκπαίδευσης στην Τουρκία και συνεχίσαμε στην Ευρώπη ή στις Ηνωμένες Πολιτείες. Συναντηθήκαμε ως εξόριστες μέσω του διεθνούς κινήματος αλληλεγγύης που συνασπίστηκε μετά την ποινικοποίηση όσων υπέγραψαν. Καθώς εργαζόμασταν μαζί για να αποκωδικοποιήσουμε το νομικό σύστημα της Τουρκίας, να πλοηγηθούμε στους μεταναστευτικούς νόμους διάφορων ευρωπαϊκών χωρών και να πείσουμε τα πανεπιστήμια να δεχτούν Τούρκους και Τουρκάλες ακαδημαϊκούς σε κίνδυνο ως επισκέπτες καθηγητές κι επισκέπτριες καθηγήτριες, συνειδητοποιήσαμε ότι, όπως έχει συμβεί και σε εξόριστους και εξόριστες επιστήμονες πριν από εμάς, θεωρητικοποιούσαμε αναστοχαστικά την παραγωγή γνώσης και την ακαδημαϊκή απασχόληση σε συνθήκες εξορίας, συνθήκες που τώρα επηρεάζουν τις δικές μας ζωές κι εκείνες των συναδέλφων μας. Βασιζόμενες στις δικές μας βιωμένες εμπειρίες, στις συζητήσεις μας με εκπροσώπους ιδρυμάτων και σε μια σειρά από επιτόπιες συνεντεύξεις με δεκαπέντε Τούρκους και Τουρκάλες ακαδημαϊκούς σε κίνδυνο που διαμένουν τώρα στην Ευρώπη, εξετάζουμε τις δυνατότητες για ενσωμάτωση και τους περιορισμούς στην ενσωμάτωση των εξόριστων διανοουμένων, καθώς και την πολλότητα της θεσιακότητας και της παραγωγής γνώσης την οποία αντιπροσωπεύουν μέσα στις ακαδημαϊκές δομές, στην κουλτούρα και στην παραγωγή εντός και εκτός Τουρκίας. Παρότι αισθανόμαστε ευγνωμοσύνη, ισχυριζόμαστε ότι έχουμε πολλά να κερδίσουμε από μια κριτική ανάλυση της γενναιόδωρης στήριξης που παρέχουν στους ακαδημαϊκούς σε κίνδυνο τα ευρωπαϊκά και βορειοαμερικανικά πανεπιστήμια. Θεωρούμε ότι επειδή τα προσωρινά σχέδια στήριξης που παρέχονται σε καταρτισμένους, εξόριστους ακαδημαϊκούς εγγράφονται συχνά στο πλαίσιο ανθρωπιστικών εγχειρημάτων, αντί σε εκείνο της αλληλεγγύης, οι ακαδημαϊκοί που τόλμησαν να αμφισβητήσουν τα πολιτικά συστήματα των χωρών τους έγιναν μια νέα πηγή επισφαλούς εργασίας για το εμπορευματοποιημένο εκπαιδευτικό σύστημα, το οποίο χάνει έτσι την ευκαιρία να καταστήσει την παραγωγή γνώσης πιο πλουραλιστική.

Από τη δεκαετία του 1980, τα πανεπιστήμια δραστηριοποιήθηκαν με κύριο στόχο την αύξηση της εμπορευματοποίησης και τη διαμόρφωση πολιτικών που θα προάγουν τις επιχειρηματικές ικανότητες και τις ατομικές επιδόσεις του προσωπικού τους (Olssen & Peters, 2005). Επισήμως, τα σύγχρονα πανεπιστήμια προωθούν την ποικιλότητα, στη βάση της αναγνώρισης και της επιβεβαίωσης της πολιτισμικής και πραγματικής ποικιλότητας εντός ενός πολιτικού σώματος. Αυτό το παράδειγμα θεωρεί καθαυτές τις κοινωνικά αναγνωρισμένες διαφορές ως πλούτο, ωστόσο παραμένει αδιάφορο απέναντι στις απροσδόκητες διαμάχες και τα προβλήματα που απορρέουν από τέτοιες διεκδικήσεις αναγνώρισης (Tassin, 2006, σελ. 510-511). Σύμφωνα με τη Sara Ahmed, αυτό το παράδειγμα ποικιλότητας έχει χρησιμοποιηθεί για να προσαρμόσει το πανεπιστήμιο στην εμπορευματοποίηση:

η ποικιλότητα έχει μια εμπορική αξία και μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως ένας τρόπος που δεν θα εμπορευματοποιεί απλώς το πανεπιστήμιο αλλά θα μετατρέπει το ίδιο σε αγορά. Αυτό έχει χαρακτηριστεί ως «το μοντέλο Benetton» της ποικιλότητας, στο οποίο η ποικιλότητα ορίζεται ως ένα αισθητικό στιλ ή μια μέθοδος για το «επαναλανσάρισμα» ενός οργανισμού […] (και) ως ένας όρος του μάνατζμεντ (2012, σελ. 52).

Τέτοιες πολιτικές ποικιλότητας δεν έχουν σκοπό να επιλύσουν τη διαμάχη και τα πολιτικά διακυβεύματα που απορρέουν από διακρίσεις και διαφορές, αλλά μάλλον να τα καλύψουν και να τα αποκρύψουν. Ακόμα περισσότερο, «η λέξη ‘ποικιλότητα’ επικαλείται τη διαφορά αλλά δεν προκαλεί απαραίτητα τη δέσμευση για δράση ή την αναδιανεμητική δικαιοσύνη» (Ahmed, 2012, σελ. 52-53). Η ίδια λογική προσεγγίζει τους εξόριστους και τις εξόριστες ακαδημαϊκούς ως πρόσφυγες που τυγχάνει να είναι ακαδημαϊκοί, κρύβοντας έτσι τις πολιτικές διεκδικήσεις τους για αναγνώριση της ισοτιμίας τους. Κατά συνέπεια, μπορούν να εμφανιστούν στη δημόσια σφαίρα μόνο ως προσθήκη σε αυτήν την ποικιλότητα ή ως μια γενναιόδωρη πράξη ανθρωπιστικής πολιτικής.

Έτσι, αντί για τον όρο ποικιλότητα, προτιμούμε την έννοια της «πολλότητας» (plurality), η οποία θεωρείται από τη Hannah Arendt ως μια προϋπόθεση της δράσης και της ομιλίας. Η έννοια της πολλότητας είναι για την Arendt διαφορετική της ποικιλότητας γιατί προϋποθέτει ταυτόχρονα την ισότητα και τη διαφορά –μια ποιότητα που παραβλέπουν οι αξιώσεις για ποικιλότητα. Για την Arendt, και οι δυο ποιότητες είναι σημαντικές διότι:

Αν οι άνθρωποι δεν ήταν ίσοι, δεν θα μπορούσαν να καταλάβουν ο ένας τον άλλον και εκείνους που ήρθαν πριν από αυτούς, ούτε να σχεδιάσουν το μέλλον και να προβλέψουν τις ανάγκες όσων θα έρθουν μετά από αυτούς. Αν οι άνθρωποι δεν ήταν διαφορετικοί, αν ο κάθε άνθρωπος δεν ήταν ξεχωριστός από όσους ζουν, έζησαν ή θα ζήσουν, τότε δεν θα χρειάζονταν ούτε την ομιλία ούτε τη δράση για να γίνουν κατανοητοί. Τα σήματα και οι ήχοι με τους οποίους θα επικοινωνούσαν άμεσες, ολόιδιες ανάγκες και επιθυμίες θα επαρκούσαν (1958, σελ. 175-176).

Η κατανόηση της πολλότητας από την Arendt μάς βοηθάει να καταλάβουμε τη φύση των νέων διεκδικήσεων των πολιτικών υποκειμενικοτήτων κι επίσης την πρόσφατη κατάσταση επισφάλειας η οποία είναι βαθιά συνδεδεμένη με το παράδειγμα της ποικιλότητας. Με άλλα λόγια, η πολλότητα μας επιτρέπει να σκεφτούμε το ανακτημένο υποκείμενο ως ίσο και διακριτό δρων που εμφανίζεται στη δημόσια σφαίρα με τη μοναδιαία δράση και ομιλία του. Ισχυριζόμαστε ότι μια διερώτηση σχετικά με τους εξόριστους και τις εξόριστες ακαδημαϊκούς που βρήκαν καταφύγιο σε ευρωπαϊκά πανεπιστήμια στο πλαίσιο των πολιτικών της ακαδημαϊκής ποικιλότητας προσφέρει ένα καλό σημείο για να καταλάβουμε ότι αυτές οι πολιτικές είναι σε κρίση. Αν θεωρήσουμε τους ακαδημαϊκούς σε κίνδυνο ως πρόσφυγες που τυγχάνει να είναι ακαδημαϊκοί στο επάγγελμα, αποκρύπτουμε τη μοναδικότητα των συνθηκών κάτω από τις οποίες εξορίστηκε ο καθένας κι η καθεμιά. Δεν υπάρχει χώρος για να συζητήσουμε το πώς οι Ακαδημαϊκοί για την Ειρήνη, για παράδειγμα, εξορίστηκαν αφενός επειδή υπογράμμισαν την κρατική βία εναντίον των Κούρδων και αφετέρου επειδή αρνήθηκαν να είναι απλώς μαριονέτες στην εμπορευματοποιημένη παραγωγή γνώσης. Ήθελαν να τονίσουν ότι η γνώση που έχουν για το τι συμβαίνει στις κουρδικές περιοχές της Τουρκίας τούς καθιστά πολιτικά υπεύθυνους να δημοσιοποιήσουν το θέμα. Τα ευρωπαϊκά και αμερικανικά πανεπιστήμια που τους παρέχουν προστασία σε μια προσωρινή βάση περιμένουν τώρα από αυτούς και αυτές να γίνουν εξειδικευμένες προσθήκες στο εργατικό δυναμικό, έτοιμες να υπηρετήσουν τις κυμαινόμενες ανάγκες του εμπορευματοποιημένου εκπαιδευτικού συστήματος μόλις οι υποτροφίες τους ολοκληρωθούν. Ή μήπως μπορούν, αντιθέτως, να μετατρέψουν τις εμπειρίες και τον ακτιβισμό τους σε μια δύναμη αμφισβήτησης της βίας εναντίον των μειονοτήτων και της εμπορευματοποίησης της γνώσης στη νέα προσωρινή πατρίδα τους;

Για να ερευνήσουμε τη μετασχηματιστική δυνατότητα των σημερινών εξόριστων ακαδημαϊκών από την Τουρκία στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη, θα δούμε πρώτα τις θεσμικές δομές και τις υλικές συνθήκες που επέτρεψαν στα προηγούμενα κύματα εξόριστων επιστημόνων από τη Γερμανία τη δεκαετία του 1930 να επιδράσουν στην ακαδημαϊκή κουλτούρα των ΗΠΑ και το πώς η εμπειρία της εξορίας ενημερώνει την κριτική τους απέναντι στο αυταρχικό κράτος. Θα στραφούμε ύστερα σε μια μελέτη των πολιτικών διώξεων των ακαδημαϊκών σε κίνδυνο στην Τουρκία και στο πώς έχουν απαντήσει στα δεινά τους τα διεθνή ιδρύματα ανώτερης εκπαίδευσης, υπογραμμίζοντας τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι συγκεκριμένοι εξόριστοι ακαδημαϊκοί στις χώρες προέλευσης και φιλοξενίας. Αυτή η ανάλυση δείχνει τις επικαλύψεις ανάμεσα σε δύο στοιχεία που χαρακτηρίζουν την εμπειρία της εξορίας για αυτούς τους ακαδημαϊκούς: ανάμεσα στις διώξεις τους στην Τουρκία και στην έλλειψη μακροπρόθεσμων, διαρκών λύσεων εντός των ευρωπαϊκών πανεπιστημίων. Αυτό μας επιτρέπει να συζητήσουμε τις θεσμικές και υλικές δυνατότητες, καθώς και τα εμπόδια ενός μετασχηματιστικού ακαδημαϊκού εμπλουτισμού της Ευρώπης μέσω της απορρόφησης και της συνάντησης με τους σύγχρονους ακαδημαϊκούς σε εξορία, από την Τουρκία και αλλού. Ισχυριζόμαστε ότι οι σημερινοί αγώνες των αντιπολιτευόμενων ακαδημαϊκών εντός και εκτός Τουρκίας μάς βοηθούν να δούμε τη φύση της παγκόσμιας κρίσης στο νεοφιλελεύθερο πανεπιστήμιο, το οποίο στηρίζεται στις επισφαλείς εργασιακές συνθήκες των παραγωγών γνώσης και στην εμπορευματοποίηση της εκπαίδευσης. Θεωρούμε ότι, όπως και τις δεκαετίες του 1930 και 1940, κάποιες από τις απαντήσεις μπορεί να βρίσκονται στα χέρια των ίδιων εκείνων διωκόμενων ακαδημαϊκών που φέρνουν μαζί τους ακαδημαϊκές προοπτικές διαμορφωμένες σε καταπιεστικά καθεστώτα. Ισχυριζόμαστε ότι η κατανόηση που έχουν για την εγγενή απειλή αποδημοκρατισμού και ομογενοποίησης που απευθύνει ο νεοφιλελευθερισμός στην ανεξάρτητη ακαδημαϊκή γνώση έχει μεγάλη σημασία για τις μελλοντικές διεργασίες στον ακαδημαϊκό χώρο των νεοφιλελεύθερων δημοκρατιών.

 

Ακαδημαϊκή εξορία από τον αυταρχισμό και διαρκής διεθνική αλληλεγγύη

Τα ολοκληρωτικά καθεστώτα χρησιμοποιούν από παλιά την εξορία ως μια πολιτική μέθοδο για να αποβάλλουν ολόκληρες κοινότητες με σκοπό την εφαρμογή της απόλυτης κυριαρχίας. Αντιφρονούντες συγγραφείς, δημιουργοί, καλλιτέχνες και στοχαστές που αναγκάστηκαν να φύγουν από τη Γερμανία και άλλες χώρες υπό γερμανική κατοχή κατά τη διάρκεια του Τρίτου Ράιχ, όπως ο Walter Benjamin (2006), η Simone Weil (2014), ο Stefan Zweig (1943), η Hannah Arendt (1958, 1994) και ο Theodor Adorno (1951), μετέτρεψαν την κατάστασή τους σε μια υπαρξιακή διερώτηση και παρήγαγαν μια τεράστια βιβλιογραφία σχετικά με την εμπειρία του ξεριζωμού και την ώθηση στην εξορία από την άνοδο του αυταρχισμού. Οι ερωτήσεις που έθεσαν και οι προοπτικές που γονιμοποίησαν, ιδίως στις κοινωνικές επιστήμες, υπήρξαν μετασχηματιστικές για τις διανοητικές παραδόσεις στις χώρες φιλοξενίας τους, στις χώρες προέλευσης μετά τον πόλεμο, και σε όλο τον κόσμο (Coser, 1984· Wiggershaus, 1995· Jay, 1996· Kettler & Lauer, 2005· Jenemann, 2007· Wheatland, 2009· Fair-Schulz & Kessler, 2011· Burke, 2017). Όπως σημειώνει η Azade Seyhan :

Ίσως να μην είναι σύμπτωση ότι η κριτική στον Διαφωτισμό και στα ιδανικά της προόδου, της ελευθερίας από την εξουσία και του κανονιστικού ανθρωπισμού έχουν εξεταστεί πιο σχολαστικά από διανοητές όπως ο Horkheimer και ο Adorno, η Hannah Arendt, και ο Walter Benjamin, οι ζωές και οι καριέρες των οποίων τέθηκαν σε κίνδυνο και διακόπηκαν από την εξορία και την ακρότητα του ναζιστικής κυριαρχίας του τρόμου. Οι στοχασμοί τους και οι επαναπροσδιορισμοί της νεωτερικότητας, της ηθικής και της εμπρόθετης δράσης καθορίστηκαν σε μεγάλο βαθμό από τη συγκεκριμένη κατάσταση της εξορίας καθαυτής (2005, σελ. 275).

Τέτοιες φιγούρες εξορίας έχουν αφήσει μια μόνιμη επίδραση στις κοινωνικές και ανθρωπιστικές επιστήμες. Σημαντικός για τους σκοπούς μας εδώ είναι ο Γερμανοεβραίος γλωσσολόγος Erich Auerbach, ο οποίος απέδρασε από τη Γερμανία στην Τουρκία το 1935, όπου και έγραψε το σημαντικότερο έργο του, το Mimesis (1953) που πρωτοεκδόθηκε στα γερμανικά το 1946. Ιδιαίτερα παραγωγική στάθηκε η θεωρητική επεξεργασία του Auerbach στην Κωνσταντινούπολη από τον Edward Said για τη σημασία της απώλειας της πατρίδας στην ακαδημαϊκή συνείδηση και την πλεονεκτική θέση της ηθικής κριτικής (Said, 1993· Mufti, 1998· Konuk, 2008, 2010).

Είναι σημαντικό να σημειώσουμε εδώ ότι οι θεσμικές και υλικές συνθήκες που ήταν απαραίτητες για τους εξόριστους διανοούμενος αυτής της περιόδου άφησαν το σημάδι τους στην ευρωαμερικανική ακαδημία. Όταν οι Ναζί κατέλαβαν την εξουσία το 1933 και απέλυσαν πάνω από το 39% των πανεπιστημιακών δασκάλων στη Γερμανία (Krohn, 1993, σελ. 12), ο Alvin Johnson, διευθυντής της Νέας Σχολής για την Κοινωνική Έρευνα (New School for Social Research) στη Νέα Υόρκη, ίδρυσε το Εξόριστο Πανεπιστήμιο3 και πήρε την πρωτοβουλία να προσφέρει καταφύγιο σε Γερμανούς και Εβραίους ακαδημαϊκούς σε κίνδυνο. Ο Johnson μπόρεσε να συγκεντρώσει χρήματα για να φιλοξενήσει μια μακρά λίστα διακεκριμένων επιστημόνων, συμπεριλαμβανομένων των Max Wertheimer, Hans Jonas, Leo Strauss, Hannah Arendt και Adolph Lowe, ενώ στην άλλη άκρη της πόλης, το Πανεπιστήμιο Columbia έγινε η νέα ακαδημαϊκή στέγη για τους Γερμανούς Max Horkheimer και Theodor Adorno (Krohn, 1993). Από όλες τις απόψεις, αυτή η απορρόφηση στα αμερικανικά ιδρύματα ανώτερης εκπαίδευσης των Γερμανών και Εβραίων προσφύγων ακαδημαϊκών μετά το 1933 είχε διαρκή ισχύ, παρά την αντισημιτική και αντιγερμανική ατμόσφαιρα που επικρατούσε: ως το 1947, το 77% των ακαδημαϊκών που εξορίστηκαν το 1933 είχαν αποκτήσει πανεπιστημιακές θέσεις (Kent, 1953).

Το 1941, η Νέα Σχολή εγκαθίδρυσε ένα ακόμα εξόριστο πανεπιστήμιο στη Νέα Υόρκη, αυτή τη φορά για Γάλλους ακαδημαϊκούς, την Ελεύθερη Σχολή Ανώτατων Σπουδών (L’ École Libre des Hautes Études), με χρηματοδότηση από τις εξόριστες κυβερνήσεις της Γαλλίας και του Βελγίου και στήριξη από το Ίδρυμα Rockefeller (Johnson, 1942· Zoblerg & Callamard, 1998· Chaubet & Loyer, 2000). Μετά το τέλος του πολέμου, η Ελεύθερη Σχολή διέκοψε επισήμως τους δεσμούς της με τη Νέα Σχολή, εγκαταστάθηκε στη Γαλλία και έγινε ένας πόλος έλξης για εξόριστους κοινωνιολόγους, ανθρωπολόγους, ιστορικούς, οικονομολόγους, φιλοσόφους και πολιτικούς επιστήμονες· εντέλει, εξελίχθηκε στη φημισμένη Ελεύθερη Σχολή Ανώτατων Σπουδών στις Κοινωνικές Επιστήμες (L’ École des Hautes Études en Sciences Sociales) στο Παρίσι. Πολλοί διακεκριμένοι Γάλλοι ακαδημαϊκοί, όπως ο Pierre Bourdieu, ο Jacques Derrida, ο Claude Lévi Strauss, ο Fernand Braudel, ο François Furet ή ο Thomas Piketty, έχουν υπάρξει μέλη αυτού του ιδρύματος που πρωτοτύπησε με τη διεπιστημονικότητά του.

Όταν οι ακαδημαϊκοί απολύθηκαν μαζικά από τα γερμανικά πανεπιστήμια το 1933, Ευρωπαίοι και Αμερικανοί επιστήμονες, πολιτικοί και φιλάνθρωποι ανταποκρίθηκαν με τη δημιουργία της Επιτροπής Έκτατης Ανάγκης για τους Εκτοπισμένους Γερμανούς και Ευρωπαίους Επιστήμονες, η οποία σχετιζόταν με το Ινστιτούτο Διεθνούς Εκπαίδευσης στη Νέα Υόρκη και με το Συμβούλιο Ακαδημαϊκής Βοήθειας –μέχρι σήμερα σημαντικό για την προστασία των εξόριστων ακαδημαϊκών, πλέον γνωστό ως Συμβούλιο για Ακαδημαϊκούς σε Κίνδυνο– στη Μεγάλη Βρετανία (Ανώνυμος, 1933· Ανώνυμος, 1935· Duggan & Drury, 1948). Η Επιτροπή Επιστημόνων στη Γαλλία (1933), το Ακαδημαϊκό Ταμείο Στήριξης στην Ολλανδία (1934) και η Κοινωνία για την Προστασία της Επιστήμης και της Μάθησης στη Βρετανία (1936) δημιουργήθηκαν για τους ίδιους σκοπούς (Heilbron, Guilhot & Laurent, 2008, σελ. 153).

Μαζί με νέες πρωτοβουλίες, κάποιες από τις παραπάνω οργανώσεις που ιδρύθηκαν για να βοηθήσουν Γερμανούς ακαδημαϊκούς στη διάρκεια του Τρίτου Ράιχ βοηθούν και σήμερα ακαδημαϊκούς να αποδράσουν από άλλες χώρες. Σε μια ειρωνική ανατροπή της ιστορίας, ενώ οι Γερμανοί και Εβραίοι ακαδημαϊκοί που διέφευγαν από το Τρίτο Ράιχ έψαχναν απεγνωσμένα για νέα πνευματική στέγη σε μέρη όπως οι ΗΠΑ, η Βρετανία, η Ελβετία, η Τουρκία και η Παλαιστίνη, μεταξύ άλλων χωρών (Heilbron, Guilhot & Laurent, 2008, σελ. 153), οι ακαδημαϊκοί που φεύγουν σήμερα από την Τουρκία και τη Συρία συνιστούν τη μεγαλύτερη ομάδα ακαδημαϊκών σε κίνδυνο στην Ευρώπη, με εκατοντάδες Τούρκους και Τουρκάλες ακαδημαϊκούς να έχουν βρει πνευματική στέγη στη Γερμανία, τη Γαλλία και τη Βρετανία. Στην Απολογιστική Έκθεση 2016-2017 του παγκόσμιου Δικτύου Επιστημόνων σε Κίνδυνο υπογραμμίζεται ότι εξαιτίας του πολέμου σε Ιράκ και Συρία και των πολιτικών πιέσεων στα πανεπιστήμια στην Τουρκία, μεταξύ 1 Σεπτεμβρίου 2016 και 31 Αυγούστου 2017, οι αιτήσεις για επείγουσα βοήθεια αυξήθηκαν κατά τετρακόσια τοις εκατό, πολύ πάνω από τον μέσο όρο της πενταετίας 2011-2016 (2017β, σελ. 4), υπερβαίνοντας τις 700 αιτήσεις. Το Δίκτυο μπόρεσε να βρει ένα ασφαλές μέρος για 366 επιστήμονες σε κίνδυνο μέσα στο 2017, συμπεριλαμβανομένων 158 ακαδημαϊκών θέσεων, η υψηλότερη σχετική επίδοση από την ίδρυσή του (σελ. 4)· από τους 366, οι 270 ακαδημαϊκοί προέρχονταν από την Τουρκία (σελ. 6).

Νέες πρωτοβουλίες έχουν ιδρυθεί στη μνήμη των παλαιότερων. Τον Ιούνιο του 2016, η γερμανική κυβέρνηση και το Ίδρυμα Alexander von Humboldt ίδρυσαν ένα ταμείο υποτροφιών με το όνομα του Γερμανοεβραίου χημικού Philipp Schwarz, ο οποίος είχε οργανώσει την απόδραση εκατοντάδων Γερμανών επιστημόνων στην Τουρκία, σε μια πρωτοβουλία που βοήθησε να ιδρυθούν πανεπιστήμια στη νέα δημοκρατία (Reisman, 2007· Konuk, 2008, 2010· Eden & Irzik, 2012). Το ακαδημαϊκό έτος 2017-2018, η Πρωτοβουλία Philipp Schwarz απένειμε διετείς υποτροφίες σε 300 ακαδημαϊκούς σε κίνδυνο από τη Συρία και την Τουρκία (Alexander von Humboldt, χ.χ.). Άλλα ιδρύματα σχετιζόμενα με πολιτικά κόμματα, όπως το Ίδρυμα Rosa Luxemburg του αριστερού κόμματος Die Linke (Rosa Luxemburg Stiftung, χ.χ.) και το Ίδρυμα Friedrich Ebert του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος (Friedrich Ebert Stiftung, χ.χ.), αμφότερα στη Γερμανία, στήριξαν επίσης εξόριστους και εξόριστες ακαδημαϊκούς. Από τον Ιανουάριο του 2017, η Γαλλία προσκαλεί διεθνείς ερευνητές και ερευνήτριες που βρίσκονται σε κατάσταση ανάγκης μέσω του νέου Εθνικού Προγράμματος για την Αρωγή των Επιστημόνων σε Κίνδυνο (Programme National d’ Aide à l’ Accueil en Urgence des Scientifiques en Exil -PAUSE) που μπορεί να έχει διάρκεια από έξι έως δώδεκα μήνες (Collège de France, χ.χ.). Το 2017, το πρόγραμμα PAUSE στήριξε εξήντα ακαδημαϊκούς από τη Συρία και την Τουρκία· ωστόσο, κάποιοι και κάποιες από την Τουρκία δεν μπορούσαν να επωφεληθούν από τη στήριξη γιατί τα διαβατήριά τους έχουν ακυρωθεί από την τουρκική κυβέρνηση και δεν μπορούν να βγουν από τη χώρα (Collège de France, 2017). Σήμερα, πολλές άλλες μικρότερες πρωτοβουλίες σε όλη την Ευρώπη βοηθούν κάθε χρόνο εκατοντάδες ακαδημαϊκούς σε εξορία μέσω της παροχής προσωρινών υποτροφιών ή χρηματοδοτήσεων για περίοδο από λίγους μήνες έως και δύο χρόνια.

 

Από τους Ακαδημαϊκούς για την Ειρήνη στους Ακαδημαϊκούς σε Εξορία

Ακριβώς όπως στη δεκαετία του 1930, όταν ακαδημαϊκοί εγκατέλειπαν τη Γερμανία είτε τμηματικά είτε πιο μαζικά, μετά από συγκεκριμένα γεγονότα, οι Ακαδημαϊκοί για την Ειρήνη, όπως ξέρουμε σήμερα, δεν ξεκίνησαν ως μια οργάνωση, αλλά ως ετερόκλητοι και διασκορπισμένοι ενσυνείδητοι επιστήμονες που ενώθηκαν με αλληλεγγύη σε μία και μοναδική δημόσια χειρονομία, αυτή της συλλογής υπογραφών για το αίτημα ειρήνης «Δεν θα συμμετέχουμε σε αυτό το έγκλημα!» στις 11 Ιανουαρίου 2016. Η αντίδραση του τουρκικού κράτους ήταν άμεση και πολύ πιο σκληρή από ό,τι περίμεναν οι υπογράφοντες και υπογράφουσες. Χαρακτηρίζοντας όσους και όσες υπέγραψαν ως «πέμπτη φάλαγγα» των τρομοκρατών και κατηγορώντας τους ότι είναι «προδότες, αδαείς, αποικιοκράτες και ψευτοδιανοούμενοι», ο Πρόεδρος Erdoğan και η κυβερνώσα ελίτ αποκήρυξαν την ομάδα στα μέσα ενημέρωσης (Weaver, 2016· Mutluer, 2017· Tekdemir, Toivanen & Başer, 2018, σελ. 106). Ένας ηγέτης της μαφίας που είναι ύποπτος για έκνομες διασυνδέσεις με το κράτος, απείλησε ανοιχτά τους ακαδημαϊκούς ότι «θα λουστεί με το αίμα [τους]» (Hürriyet, 2016). Αντί να φρενάρουν το αίτημα, αυτές οι αντιδράσεις είχαν ως αποτέλεσμα να προστεθούν πάνω από χίλιες υπογραφές μέχρι το τέλος της εβδομάδας, με τον συνολικό αριθμό των υπογραφών να εκτοξεύεται από 1.128 σε 2.212 ουσιαστικά εν μία νυκτί. Ταυτόχρονα, το Συμβούλιο Ανώτερης Εκπαίδευσης, το εθνικό ίδρυμα που επιβλέπει όλα τα πανεπιστήμια στην Τουρκία, άρχισε να λαμβάνει μέτρα εναντίον των Ακαδημαϊκών για την Ειρήνη. Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, ξεκίνησαν έρευνες για πειθαρχικές και ποινικές ευθύνες και εκατοντάδες ακαδημαϊκοί τέθηκαν σε διαθεσιμότητα, ενώ άλλοι ή άλλες συνελήφθησαν (Başer, Akgönül & Öztürk, 2017· Özkirimli, 2017). Ως συνέπεια των μέτρων έκτακτης ανάγκης που ακολούθησαν την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος στις 15 Ιουλίου 2016, χιλιάδες από όσους και όσες είχαν υπογράψει εκδιώχθηκαν από το τουρκικό δημόσιο ή οδηγήθηκαν σε δίκη δυνάμει του άρθρου 7/2 του Τουρκικού Αντιτρομοκρατικού Νόμου και του άρθρου 53 του Τουρκικού Ποινικού Κώδικα, «για προπαγάνδα υπέρ τρομοκρατικής οργάνωσης». Μαζί με όσες και όσους υπέγραψαν το αίτημα των Ακαδημαϊκών για την Ειρήνη απομακρύνθηκαν επίσης αντιπολιτευόμενοι πολιτικοί ή αντιπολιτευόμενες ομάδες, εργαζόμενοι και εργαζόμενες σε μέσα ενημέρωσης, συγγραφείς, καθώς και άλλοι ακαδημαϊκοί. Σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες αναφορές της Κοινής Πλατφόρμας για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (2017), 5.717 ακαδημαϊκοί στην Τουρκία έχουν απομακρυνθεί από τις δημόσιες υπηρεσίες με νομοθετικά διατάγματα της κατάστασης έκτακτης ανάγκης. Έχασαν επίσης τις δουλειές τους 3.401 μέλη του ακαδημαϊκού προσωπικού ιδιωτικών πανεπιστημίων, καθώς το κράτος επέβαλε το κλείσιμο των ιδρυμάτων.

 

Πίνακας 1: Παραβάσεις δικαιωμάτων των Ακαδημαϊκών για την Ειρήνη4

Παραβάσεις δικαιωμάτων Δημόσιο Ιδιωτικό Σύνολο
Απομάκρυνση και απαγόρευση ανάληψης δημόσιας θέσης μέσω νομοθετικών διαταγμάτων + απόλυση + παραίτηση + συνταξιοδότηση 424 74 498
Απομάκρυνση και απαγόρευση ανάληψης δημόσιας θέσης μέσω νομοθετικών διαταγμάτων 378 8 386
Απόλυση 38 48 86
Παραίτηση 18 24 42
Εξαναγκασμένη συνταξιοδότηση 25 1 26
Πειθαρχική έρευνα 442 63 505
Ποινική έρευνα. Απόφαση της Επιτροπής Έρευνας: Απόλυση από τη δημόσια υπηρεσία. Εν αναμονή της έγκρισης από το Συμβούλιο Ανώτερης Εκπαίδευσης 107 5 112
Προληπτική διαθεσιμότητα 90 11 101
Διαθεσιμότητα από τα διοικητικά καθήκοντα 3 4 7
Σε αστυνομική κράτηση 67 3 70
Σε προφυλάκιση 2 2 4
Σε δίκη 265
Ποινή 15 μηνών με αναστολή της ανακοίνωσης της απόφασης 12
Ποινή 15 μηνών χωρίς αναστολή 1

 

Η πρώτη ποινική διαδικασία εναντίον τεσσάρων Ακαδημαϊκών για την Ειρήνη ξεκίνησε τον Μάρτιο του 2016, δύο μήνες μετά τη δημοσίευση του αιτήματος και τέσσερις μήνες πριν από το αποτυχημένο πραξικόπημα (Academics for Peace, 2018). Όταν σε μια συνέντευξη τύπου επανέλαβαν τη δέσμευσή τους στο αίτημα, τρεις από αυτούς συνελήφθησαν και προφυλακίστηκαν για σαράντα μέρες. Τον Οκτώβριο του 2017, το γραφείο του εισαγγελέα Κωνσταντινούπολης άσκησε δίωξη σε 265 υπογράφοντες και υπογράφουσες με την κατηγορία ότι «διεξήγαν τρομοκρατική προπαγάνδα», ένα έγκλημα που μπορεί να επιφέρει ποινή μέχρι επτάμισι χρόνια (Butler & Ertür, 2017). Μέχρι τον Μάιο του 2018, σε πολλές από αυτές τις ακροαματικές διαδικασίες, τα ποινικά δικαστήρια επιδίκασαν ποινές με αναστολή και σε άλλες οι ακαδημαϊκοί βρέθηκαν αντιμέτωποι και αντιμέτωπες με πιθανή φυλάκιση (Kural, 2018).

Θεσμικά, οι υπογράφοντες και υπογράφουσες του αιτήματος ειρήνης του 2016 «Δεν θα συμμετέχουμε σε αυτό το έγκλημα!» δεν είχαν οργανωθεί στο πλαίσιο κάποιας επίσημης οργάνωσης για αρκετό καιρό μετά τη συλλογή των υπογραφών. Οι περισσότεροι κι οι περισσότερες δεν γνωρίζονταν μεταξύ τους και υπέγραψαν διαδικτυακά το αίτημα όταν το είδαν στα κοινωνικά δίκτυα, όπως κάνουν πολλοί προοδευτικοί ακαδημαϊκοί που υπογράφουν ανάλογα αιτήματα παγκοσμίως μέσα από πλατφόρμες όπως η Change.org. Παρότι η οργάνωση Ακαδημαϊκοί για την Ειρήνη υπήρχε από τον Νοέμβριο του 2012, απορρόφησε όσους και όσες υπέγραψαν το αίτημα ειρήνης μόνο όταν οι πολιτικά υποκινούμενες διώξεις των ακαδημαϊκών το 2016 και το 2017 ώθησε τους Τούρκους και τις Τουρκάλες ακαδημαϊκούς να οικοδομήσουν πιο αποτελεσματικά δίκτυα κοινωνικής αλληλεγγύης. Ένα ποσοστό αυτών το έπραξε αφού είχε εγκαταλείψει την Τουρκία, βοηθώντας έτσι να δημιουργηθούν τοπικά παραρτήματα των Ακαδημαϊκών για την Ειρήνη στις χώρες στις οποίες κατέφυγαν. Παρά τις διώξεις και τις εκδιώξεις που βίωσαν, οι ακαδημαϊκοί από την Τουρκία, που τώρα εργάζονται υπό την αιγίδα των Ακαδημαϊκών για την Ειρήνη, συνέχισαν τις προσπάθειές τους για να δημιουργήσουν νέους τόπους και πλατφόρμες δημόσιας εκπαίδευσης έξω από τα παραδοσιακά όρια των πανεπιστημίων. Παραδόξως, οι διώξεις που υπέστησαν και η εξορία που τους επιβλήθηκε από τα τουρκικά ακαδημαϊκά ιδρύματα, από την ίδια την Τουρκία ακόμα, όπως θα δούμε, και η περιθωριοποίησή τους στα ιδρύματα ανώτερης εκπαίδευσης στις χώρες φιλοξενίας, τους οδήγησαν στην αμφισβήτηση του κυρίαρχου νεοφιλελεύθερου μοντέλου των ακαδημαϊκών ιδρυμάτων ως ένα μοντέλο που παράγει αποκλεισμούς, είναι ιεραρχικά οργανωμένο, εμπορευματοποιημένο και αγοραίο. Αυτή η κριτική προσέγγιση και το βίωμα της ακαδημαϊκής ζωής στην εξορία σημαίνει, επίσης, ότι οι εν λόγω ακαδημαϊκοί επινόησαν θεαματικά νέες και ποικιλόμορφες, όπως τις θεωρούμε, μορφές διδασκαλίας και έρευνας, τόσο στην Τουρκία όσο και στην εξορία στο εξωτερικό.

Ένας υπολογίσιμος αριθμός των Ακαδημαϊκών για την Ειρήνη έχει διαφύγει των διώξεων στην Τουρκία και έχει τώρα ενσωματωθεί, αν και κατά κύριο λόγο προσωρινά, στην ευρωπαϊκή και βορειοαμερικανική ακαδημαϊκή και πνευματική ζωή. Μέσω βραχυπρόθεσμων θέσεων επισκεπτών καθηγητών που εξασφαλίστηκαν με προγράμματα όπως τα Επιστήμονες σε Κίνδυνο, Συμβούλιο των Ακαδημαϊκών σε Κίνδυνο και άλλα μικρότερα εθνικά προγράμματα, οι Ακαδημαϊκοί για την Ειρήνη προσθέτουν στα ευρωπαϊκά ιδρύματα ανώτερης εκπαίδευσης την ίδια συνειδητή κριτική στάση που επέδειξαν στην Τουρκία, έχοντας ενδυναμώσει και εμβαθύνει τις αναλύσεις τους μέσα από τη δημιουργία νέων διεθνικών δικτύων αλληλεγγύης. Μαζί με εξόριστους καλλιτέχνες, δημοσιογράφους και άλλους παραγωγούς γνώσης, καθώς και με τους ντόπιους συναδέλφους τους ανά την Ευρώπη, οι εξόριστοι και εξόριστες ακαδημαϊκοί ασχολούνται με τη διευκόλυνση νέων ακαδημαϊκών, καλλιτεχνικών ή λογοτεχνικών συνεργασιών. Ο στόχος τους είναι να διανοίξουν διεθνικούς και βαθιά πολυσυλλεκτικούς δημόσιους χώρους για την κριτική σκέψη, εντός των οποίων θα μπορούν να γεννηθούν νέες μέθοδοι και ιδεολογίες της παραγωγής γνώσης. Παρότι αυτές οι δραστηριότητες υπόσχονται πολλά, όπως θα δούμε, οι διεθνικές συνδέσεις και η αλληλεγγύη που έχουν μέχρι στιγμής καλλιεργηθεί θέτουν επίσης και προκλήσεις.

 

Εξορία και ανθρωπιστική δράση, ή το να γίνεσαι «θύμα που πρέπει να σωθεί»

Παρόλο που οι μαζικές εξορίες επιστημόνων στις δεκαετίας του 1930 και του 2010 μοιράζονται ορισμένες ομοιότητες, μια ανάλυση των διαφορών μπορεί να φέρει τη σημερινή στιγμή πιο ξεκάθαρα στο προσκήνιο. Ενώ το κύμα της δεκαετίας του 1930 έλαβε χώρα σε μια εποχή ολοκληρωτικών καθεστώτων, η σημερινή εξορία συμβαίνει σε μια εποχή στην οποία αναδύεται το νεοφιλελεύθερο-αυταρχικό κράτος. Ενώ η πλειοψηφία των εξόριστων επιστημόνων τις δεκαετίες του 1930 και 1940 είχαν βρεθεί να είναι ανιθαγενείς και έπρεπε να αιτηθούν για άσυλο και πολιτειότητα, οι σημερινοί εξόριστοι ακαδημαϊκοί από την Τουρκία συχνά δεν ζητούν άσυλο στις χώρες υποδοχής και, αντί αυτού, λαμβάνουν άδειες εργασίας μέσω των προσωρινών υποτροφιών και επιχορηγήσεων. Αυτοί οι επιστήμονες σε εξορία αντιμετωπίζουν έναν υψηλό κίνδυνο να γίνουν ανιθαγενείς ή να εγκλωβιστούν στη χώρα φιλοξενίας εάν το τουρκικό κράτος ακυρώσει τα διαβατήριά τους. Ακαδημαϊκοί που σε διαφορετική περίπτωση ίσως θα έφευγαν από την Τουρκία βρίσκονται εγκλωβισμένοι εκεί για τον ίδιο λόγο –τα διαβατήριά τους έχουν ακυρωθεί. Εγκλωβισμένοι στην Τουρκία, έχουν χάσει την ελευθερία μετακίνησης, το δικαίωμα στην εργασία και άλλα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα. Σε αντίθεση με τις πολιτικές συνθήκες υπό τις οποίες οι ακαδημαϊκοί της δεκαετίας του 1930 αναζητούσαν καταφύγιο εκτός Γερμανίας, η σημερινή κατάσταση των πολιτικών διώξεων και εκδιώξεων στην Τουρκία δεν έχει ακόμα αναγνωριστεί και δεν έχει γίνει αποδεκτή ως τέτοια από όλες τις ευρωπαϊκές χώρες. Στους ακαδημαϊκούς κύκλους στη Γερμανία, για παράδειγμα, είναι οι Γερμανοί ακαδημαϊκοί με τουρκική καταγωγή και στενούς οικογενειακούς δεσμούς με την Τουρκία ή κάποιοι ιδεαλιστές, εθνοτικά Γερμανοί, ακαδημαϊκοί που έχουν θέσει σε κίνηση τα αξιοθαύμαστα γερμανικά προγράμματα στήριξης και αλληλεγγύης. Η απάντηση της κάθε ευρωπαϊκής χώρας σε ακαδημαϊκούς από την Τουρκία και η ικανότητα των οργανώσεων διάσωσης να τους απορροφήσουν ποικίλλει ανάλογα με τη σχέση της κάθε χώρας με την Τουρκία.

Επιπλέον, παρότι οι ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες αλληλεγγύης μέσω προγραμμάτων υποτροφιών παίζουν έναν ενεργό και σημαντικό ρόλο στην ενσωμάτωση των επιστημόνων σε κίνδυνο, δεν είναι απαραίτητο ότι εκείνοι κι εκείνες που είναι πιο πιθανό να λάβουν μια τέτοια στήριξη διατρέχουν και τον μεγαλύτερο κίνδυνο. Συνήθως τις υποτροφίες λαμβάνουν επιστήμονες που έχουν εκπαιδευτεί σε βορειοαμερικανικά και ευρωπαϊκά πανεπιστήμια και έχουν δημοσιεύσει εκτενώς στην αγγλική, τη γαλλική ή τη γερμανική γλώσσα σε υψηλού κύρους επιστημονικά περιοδικά. Πράγματι, τα ανταγωνιστικά προσόντα γίνονται ένας ισχυρός δείκτης της δυνατότητας των εξόριστων επιστημόνων να αποφύγουν τη δίωξη. Αυτή η παρατήρηση αποκαλύπτει επίσης ότι τα ήδη εγκατεστημένα δίκτυα μέσα στο επισφαλές νεοφιλελεύθερο πανεπιστήμιο παραμένουν δομικά κλειστά στην πολλότητα των φωνών, των ιδεών και των προσεγγίσεων. Δημιουργεί επίσης εντάσεις και ανταγωνισμούς εντός του ακαδημαϊκού χώρου· οι εξόριστοι επιστήμονες που λαμβάνουν τέτοια βραβεία συχνά γίνονται στόχος της πικρίας των νεαρών ντόπιων επιστημόνων που δεν χαίρονται και τόσο να βλέπουν περισσότερο ανταγωνισμό στην όλο και πιο ανταγωνιστική νεοφιλελεύθερη ακαδημαϊκή αγορά εργασίας.

Ένα επίμονο και αναπόδραστο εύρημα είναι ότι λόγω της βραχυπρόθεσμης φύσης της στήριξης, τα προγράμματα αλληλεγγύης στην πραγματικότητα λειτουργούν ως εγχειρήματα ανθρωπιστικής βοήθειας, τα οποία προσφέρουν μεν προσωρινή ασφάλεια σε επιστήμονες σε κίνδυνο, αλλά σε έναν σημαντικό αριθμό περιπτώσεων δεν καταφέρνουν να τους ενσωματώσουν στους τοπικούς μηχανισμούς παραγωγής γνώσης και διδασκαλίας. Εξόριστοι κι εξόριστες στη Γερμανία προσπαθούσαν με δυσκολία να εξηγήσουν γιατί το ατυχώς πατερναλιστικό όνομα του καλοπροαίρετου προγράμματος «Υιοθέτησε έναν επιστήμονα», το οποίο αντιστοίχιζε τους ντόπιους επιστήμονες με τους εξόριστους ακαδημαϊκούς, τους έκανε να αισθάνονται άβολα. Οι εξόριστοι και εξόριστες που φιλοξενούνται από πανεπιστήμια δεν προσκαλούνται πάντοτε στις αίθουσες διδασκαλίας ή ακόμα και στις συνηθισμένες λειτουργίες των τμημάτων, αλλά συνήθως αφήνονται να τα βγάλουν πέρα μόνοι και μόνες τους, σχεδόν σε πλήρη απομόνωση από τους ακαδημαϊκούς κύκλους. Αισθάνονται ότι θεωρούνται αντικείμενα ανθρωπιστικών πολιτικών και όχι συνάδελφοι, κι έτσι περνούν τους τρεις ως είκοσι τέσσερις μήνες της στήριξής τους σε σύγχυση σχετικά με το πού να επικεντρώσουν την ενέργειά τους. Σε ένα ιδιαιτέρως εύγλωττο εύρημα, μια συχνή αντίρρηση που ακούσαμε από το προσωπικό των ιδρυμάτων φιλοξενίας σχετικά με τη φιλοξενία των επιστημόνων σε κίνδυνο ήταν η απουσία κάποιας προγραμματικής ψυχολογικής υποστήριξης για τα τραύματα των επιστημόνων. Αυτός ο ανθρωπιστικός φακός που είναι ενσωματωμένος στις τρέχουσες αποκρίσεις βλέπει τους επιστήμονες σε κίνδυνο όχι ως συναδέλφους που μπορούν δυνητικά να συνεισφέρουν στην ευρωπαϊκή ακαδημαϊκή ζωή, αλλά ως ανήμπορους φιλοξενούμενους που, ενώ κανονικά δεν ανήκουν στο τμήμα φιλοξενίας, η παρουσία τους γίνεται ανεκτή για ανθρωπιστικούς λόγους.

Ένα άλλο συχνό εύρημα είναι ότι η νεοφιλελεύθερη εκδοχή αυτού του ανθρωπιστικού λόγου παρουσιάζει τους ακαδημαϊκούς σε εξορία ως επίλεκτους δυνητικούς πρόσφυγες, δεδομένου ότι η προοπτική της ενσωμάτωσής τους στις επικρατούσες τάσεις των δυτικών κοινωνιών θεωρείται συγκριτικά καλύτερη σε σχέση με τους υπόλοιπους, λιγότερο μορφωμένους (αν και πραγματικούς) πρόσφυγες. Ως τέτοιοι, οι εξόριστοι και οι εξόριστες ακαδημαϊκοί αναμένεται να αποτελέσουν νέες συνεισφορές στην ευρωπαϊκή ακαδημαϊκή αγορά. Κατά τη διάρκεια συναντήσεων με ακαδημαϊκούς σε εξορία, Γερμανοί γραφειοκράτες και καθηγητές ορίζουν συχνά τον ακαδημαϊκό χώρο ως μια «αγορά», υποδεικνύοντας θέσεις στη βιομηχανία ή στην αγορά υπηρεσιών ως εναλλακτικές επιλογές καριέρας για τους εξόριστους και τις εξόριστες που δυσκολεύονται να «ενσωματωθούν» στις επικρατούσες τάσεις του ακαδημαϊκού περιβάλλοντος της χώρας φιλοξενίας. Οι εξόριστοι Τούρκοι επιστήμονες βρίσκονται έτσι τοποθετημένοι ως υψηλά καταρτισμένοι μετανάστες στον πανεπιστημιακό και ερευνητικό κλάδο που κινητροδοτείται από την ιδεολογία της αγοράς.

Δεν είναι, όμως, μόνο εντός του πανεπιστημίου που οι εξόριστοι κι οι εξόριστες θεωρούνται στο πλαίσιο της φαντασίωσης της «δεσποσύνης εν κινδύνω». Ορισμένες αλληλέγγυες οργανώσεις που προτίθενται να συγκεντρώσουν χρήματα για τη στήριξή τους –για παράδειγμα το συνδικάτο δασκάλων στις Βρυξέλλες– ζητούν από τους εξόριστους και τις εξόριστες να τις προμηθεύσουν με φωτογραφίες και δραματικές ιστορίες ακαδημαϊκής οδύνης στην Τουρκία για να τις χρησιμοποιήσουν στις καμπάνιες τους. Τα κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης τείνουν να απεικονίζουν τους εξόριστους ακαδημαϊκούς ως θύματα που πρέπει να σωθούν από τους διώκτες τους –στην περίπτωση της Τουρκίας, από τον διαταραγμένο δικτάτορα Erdoğan. Αναζητώντας ιστορίες θυματοποίησης, ικανοποιούνται με τις ζουμερές ιστορίες απόδρασης των εξόριστων επιστημόνων. Σε ένα άρθρο που δημοσιεύτηκε στο openDemocracy, μια από τις συγγραφείς του παρόντος άρθρου, η Nil Mutluer, αφηγήθηκε τη συνάντησή της με τα κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης:

Το δυτικό βλέμμα χρειάζεται νέα θύματα και προφανώς βλέπει σε εμένα ένα από αυτά τα νέα θύματα. Πώς το ξέρω αυτό; Το διαβάζω στην εφημερίδα, στη Wall Street Journal [Parkinson & Peker, 2016], τουλάχιστον. Να τι έγραψε για μένα η Wall Street Journal στις 24 Αυγούστου 2016: «Στην Κωνσταντινούπολη, η Nil Mutluer άρπαξε την τρίχρονη κόρη της και έτρεξε με μια βαλίτσα προς τις τουρκικές ακτές. Η πρώην καθηγήτρια στο τμήμα κοινωνιολογίας του πανεπιστημίου του Νισάντασι μόλις που κατάφερε να διαφύγει από τον κλοιό του έθνους που σφίγγει διαρκώς. “Οι αρχές έχουν ήδη αρχίσει να ανακρίνουν συναδέλφους στα αεροδρόμια”, είπε η Δρ Mutluer, μια δυτικόφιλη φιλελεύθερη που πήρε το πλοίο για την Ελλάδα, καθ’ οδόν προς μια ακαδημαϊκή θέση στο Βερολίνο».

Είναι μια εντυπωσιακή εισαγωγή για ένα άρθρο εφημερίδας, έτσι δεν είναι; Μια ακαδημαϊκός, ανύπαντρη μητέρα, διαφεύγει με μόνο μία βαλίτσα και την τρίχρονη κόρη της, μέσω Ελλάδας μάλιστα! Πολύ συγκινητικό επίσης –ακριβώς το είδος της ανθρωπιστικού ενδιαφέροντος ιστορίας θυματοποίησης που το δυτικό βλέμμα φαίνεται ότι απαιτεί από τα μέσα ενημέρωσης.

 

Η μετασχηματιστική δυνατότητα των εξόριστων επιστημόνων σε νεοφιλελεύθερους καιρούς

Όπως μπορεί να φανεί στα ευρήματα και την ανάλυση παραπάνω, εξαιτίας της πλαισίωσης των επιστημόνων σε κίνδυνο με τους όρους μιας αφήγησης θύματος-διώκτη-σωτήρα, ένα κατεξοχήν πολιτικό πρόβλημα, το οποίο δεν περιλαμβάνει μόνο χώρες που ποινικοποιούν την ελευθερία της έκφρασης αλλά επίσης και την επισφαλειοποίηση της ακαδημαϊκής εργασίας στις νεοφιλελεύθερες κοινωνίες ανά τον κόσμο, αντιμετωπίζεται ως ανθρωπιστικό πρόβλημα για το οποίο εφαρμόζονται προσωρινές λύσεις. Όταν έκαναν την εμφάνισή τους σε ευρωπαϊκά πανεπιστήμια ως εξόριστοι κι εξόριστες, οι Ακαδημαϊκοί για την Ειρήνη βρέθηκαν ενώπιον ενός ακαδημαϊκού κατεστημένου στην Ευρώπη που είχε έμμεσα αποδεχτεί τις νεοφιλελεύθερες τροπικότητες της παραγωγής γνώσης και εργασίας, συμπεριλαμβανόμενης και της ακαδημαϊκής επισφάλειας. Αντίθετα από τους προκατόχους τους της δεκαετίας του 1930, οι οποίοι είχαν διαφύγει σε (λίγο ή πολύ) φιλελεύθερα καθεστώτα, οι σημερινοί εξόριστοι επιστήμονες αναζητούν καταφύγιο σε ευρωπαϊκά και βορειοαμερικανικά πανεπιστήμια που βρίσκονται υπό την πίεση του νεοφιλελευθερισμού από τη δεκαετία του 1980 (Thompson, 1970· Altbach, 2001· Radice, 2013· Rustin, 2016). Από εκείνη την εποχή, το πανεπιστήμιο θεωρείται όλο και περισσότερο ως ένα σύστημα που ρυθμίζεται από τις αρχές της αγοράς και του ανταγωνισμού, καθιστώντας έτσι τις εργασιακές συνθήκες των ακαδημαϊκών όλο και πιο εύθραυστες και επισφαλείς (Gee, 2017). Η έρευνα έχει υπαχθεί σε κριτήρια κατάταξης και έχει υποβαθμιστεί σε συντελεστές απήχησης και εργαλειοποίηση της γνώσης (Burawoy, 2010). Ακολουθώντας τις ανάγκες της αγοράς, αυτό το νεοφιλελεύθερο πλαίσιο μειώνει το σθένος δημοκρατικών αξιών και αρχών όπως η ακαδημαϊκή ελευθερία, ο κριτικός διάλογος, η δημόσια εμπλοκή, η αναστοχαστικότητα και η πολλότητα, πηγαίνοντας όλο και πιο κοντά στην αποδημοκρατικοποίηση (Masao, 2002· Giroux, 2004· McClennen, 2010· Burawoy, 2010· Woodman, 2017· Keily, 2017). Αυτός ο νεοφιλελεύθερος μετασχηματισμός του πανεπιστημίου επηρεάζει άμεσα την τοποθέτηση των νεοεισερχόμενων στη θέση του «άλλου» ή της «άλλης» στην ακαδημαϊκή ιεραρχία. Στην ηπειρωτική Ευρώπη, οι εξόριστοι ακαδημαϊκοί συχνά συναντούν ταυτόχρονα και αστόχαστα τις λέξεις «ενσωμάτωση» και «ανταγωνισμός» ως μέρος του λεξικού της επίμονης πρακτικής αντίστασης της ευρωπαϊκής ακαδημαϊκής κοινότητας στη διεθνοποίηση και τη διαφορά, παρά τις θεσμικές δεσμεύσεις της στην ποικιλότητα. Αυτό το κενό μεταξύ των δομών ποικιλότητας και της εμπειρίας των ακαδημαϊκών σε εξορία που τις ενσαρκώνουν είναι αυτό που η Sarah Ahmed έχει ονομάσει «μη επιτελεστικότητες» –θεσμικές δομές που «δεν πραγματώνουν αυτό που ονομάζουν» (2012, σελ. 119).

Όπως και οι προκάτοχοί τους κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, οι Τούρκοι και οι Τουρκάλες ακαδημαϊκοί σε εξορία είναι σήμερα εξόριστοι συνείδησης, έχοντας ασκήσει εμπεριστατωμένη κριτική, πολύ πριν από την άφιξή τους ως εξόριστοι και εξόριστες, στο κατεστημένο ενός μακροχρόνιου κύκλου βίας ενάντια στις μειονότητες της πατρίδας τους. Η υπογραφή του αιτήματος ειρήνης «Δεν θα συμμετέχουμε σε αυτό το έγκλημα!» ήταν μια πράξη ακαδημαϊκής συνείδησης και πολιτικού θάρρους, μια πράξη που σκόπευε να υπερασπιστεί την πολλότητα και μια διαρκή πολιτική και δομική εναλλακτική στον εχθρικό εθνικιστικό λόγο της κοινωνικής ενότητας. Ο στόχος ήταν να σπάσει ο κύκλος της βίας και να αμφισβητηθεί η κατεστημένη πολιτική εστιάζοντας στην πιθανότητα μιας ειρήνης που θα βασίζεται στις αρχές της πολλότητας και των δημοκρατικών δικαιωμάτων. Όσοι και όσες υπέγραψαν δεν απαιτούσαν μόνο μια Τουρκία που θα είναι συμπεριληπτική της εθνοτικής και πολιτισμικής διαφοράς, αλλά επίσης και μια τροπικότητα κριτικής σκέψης που θα αναγνωρίζει την ισότιμη πολλαπλότητα των ιδεών και των απόψεων, ιδίως στον βαθμό που αυτές σχετίζονται με τους εξελισσόμενους πολιτικούς αγώνες στην Τουρκία. Οι περισσότεροι υπογράφοντες κι οι περισσότερες υπογράφουσες δεν περίμεναν ότι θα συμβεί κάποια μεγάλη αλλαγή ως αποτέλεσμα της ελάχιστης πράξης της υπογραφής μιας έκκλησης, ένιωθαν όμως ότι οφείλουν μια πράξη μαρτυρίας της εντεινόμενης βίας.

Ισχυριζόμαστε ότι ως εξόριστοι συνείδησης οι Ακαδημαϊκοί για την Ειρήνη βρίσκονται σε θέση να θεμελιώσουν ένα νέο πλαίσιο σκέψης σε Ευρώπη και Τουρκία, ένα πλαίσιο που θα επικεντρώνεται σε διαρκείς λύσεις, όχι σε ανθρωπιστικά κουκουλώματα. Μαζί με τους συνυπογράφοντες και τις συνυπογράφουσες που είναι ακόμα στην Τουρκία, οι εξόριστοι κι οι εξόριστες ακαδημαϊκοί προσφέρουν λύσεις μέσω της ευθείας κριτικής στις οστεοποιημένες ακαδημαϊκές δομές και ιεραρχίες και τη σφυρηλάτηση νέων πεδίων διεθνικής δημιουργίας γνώσης.

Οι εξόριστοι κι εξόριστες Ακαδημαϊκοί για την Ειρήνη που παλεύουν με την επισφαλειοποίηση και την περιθωριοποίηση κατά τη διαμονή τους στα ιδρύματα φιλοξενίας έξω από την Τουρκία είναι στην πραγματικότητα ήδη εξοικειωμένοι κι εξοικειωμένες με τέτοιες μορφές κοινωνικής ανασφάλειας. Στις αρχές της δεκαετίας του 2000, η παγκόσμια έκταση της νεοφιλελευθεροποίησης είχε ήδη εμπορευματοποιήσει τη γνώση και την εργασία στα τουρκικά πανεπιστήμια (İnal & Akkaymak, 2012), αν και με μεγαλύτερο συγκεντρωτισμό (Vatansever & Yalçin, 2016). Οι αλλαγές στη δομή των τουρκικών πανεπιστημίων μετά το πραξικόπημα του 1980 σκόπευαν να μεταβάλλουν τη λειτουργία, τους σκοπούς και την εμβέλειά τους, ώστε να τα μετατρέψουν σε ανταγωνιστικά, ιεραρχικά και κεντρικά ελεγχόμενα ιδρύματα. Επί της ουσίας, η θεσμική αυτονομία των πανεπιστημίων και η ακαδημαϊκή ελευθερία των επιστημόνων δέχονται αμφότερες επιθέσεις εδώ και δεκαετίες στην Τουρκία. Έχει από καιρό απαιτηθεί από τα τουρκικά πανεπιστήμια να αποδεικνύουν τους εαυτούς τους μέσω της επιχειρηματικότητάς τους, μη δοκιμαζόμενα ούτε στο ελάχιστο με βάση την επιστημονική αριστεία, αλλά σύμφωνα με την αφοσίωσή τους στην κυβέρνηση. Για αυτόν τον λόγο η τρέχουσα πολιτική πίεση που ασκείται στους ακαδημαϊκούς από τις διοικήσεις των πανεπιστημίων και το Συμβούλιο Ανώτερης Εκπαίδευσης, το κρατικό ίδρυμα που επιβλέπει όλα τα πανεπιστήμια στην Τουρκία, ήταν γρήγορη και αποτελεσματική· οι δομές και το προσωπικό ήταν ήδη στις θέσεις τους (Özyürek, 2018).

Όσοι και όσες από τους Ακαδημαϊκούς για την Ειρήνη παραμένουν στην Τουρκία αντιμετωπίζουν μαζί με τις πολιτικές πιέσεις και άλλες που ασκούνται από την αγορά. Έχουν απολυθεί και έχουν μπει στη μαύρη λίστα, κι έτσι δεν μπορούν να βρουν δουλειά σε τουρκικά πανεπιστήμια, ενώ πολλοί και πολλές έχουν αποκλειστεί από οποιαδήποτε θέση του δημόσιου τομέα. Λίγο μετά τη δημοσίευση του αιτήματος ειρήνης και τη συνεπακόλουθη δίωξη, έλαβε χώρα στην Κωνσταντινούπολη ένα ακαδημαϊκό εργαστήρι μέσα από το οποίο γεννήθηκε το κίνημα Kampüssüzler (Χωρίς Πανεπιστήμιο), ένα συμπεριληπτικό εκπαιδευτικό κίνημα ανοιχτό σε επιστήμονες και μη, μέσα και έξω από το πανεπιστήμιο. Ενώ ο άμεσος σκοπός του κινήματος ήταν να δημιουργήσει μια εναλλακτική πλατφόρμα για επιστήμονες που έχουν απολυθεί, έχει σταδιακά σχηματοποιηθεί με ευρύτερους στόχους κατά νου: να θεωρητικοποιήσει και να διαπραγματευτεί συμπεριληπτικούς τρόπους και μεθόδους έρευνας και διδασκαλίας, να μεταφέρει την ακαδημαϊκή γνώση σε χώρους έξω από το πανεπιστήμιο και να στήσει μια εναλλακτική, μη ιεραρχική, διεπιστημονική, δυναμική και αυτόνομη ακαδημία (Başdaş & Akbal. 2017). Κάτω από το καθεστώς εκτάκτου ανάγκης που επιβλήθηκε μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του Ιούλιου του 2016, οι απολυμένοι επιστήμονες ίδρυσαν δέκα τέτοιες μη θεσμικές ακαδημίες στην Άγκυρα, στην Αττάλεια, στο Ντερσίμ, στο Εσκίσεχιρ, στην Κωνσταντινούπολη, στη Σμύρνη, στο Κοτσαέλι, στο Μαρντίν, στο Μερσίν και στην Ούρφα. Η πρώτη τους δράση το 2016, με τη στήριξη του κινήματος Χωρίς Πανεπιστήμιο, ήταν να οργανώσουν διαλέξεις αλληλεγγύης στο Εσκίσεχιρ και την Κωνσταντινούπολη με ομιλητές απολυμένους ακαδημαϊκούς. Η πρώτη Ακαδημία Αλληλεγγύης (Dayanişma Akademileri) ιδρύθηκε στο Κοτσαέλι τον Σεπτέμβριο του 2016. Αυτή τη στιγμή, το κίνημα είναι αφοσιωμένο στην εξεύρεση δημιουργικών λύσεων στα επίμονα ακαδημαϊκά προβλήματα που έχουν ανακύψει μετά τις διώξεις: στην ανάθεση της ανεπίσημης επίβλεψης για φοιτητές των οποίων οι επιβλέποντες έχουν απολυθεί και την οργάνωση διαδικτυακών μαθημάτων ώστε υπάρχοντες και νέοι φοιτητές καθώς και το κοινό να συνεχίσουν να διδάσκονται από τους απολυμένους επιστήμονες. Σήμερα, αυτές οι δέκα Ακαδημίες Αλληλεγγύης εργάζονται από κοινού, οργανώνοντας τακτικά σεμινάρια πάνω σε θέματα όπως η παραγωγή της γνώσης, η χειραφέτηση των διανοούμενων, τα αυτόνομα πανεπιστήμια ή το πώς μπορούν να αμφισβητηθούν οι διαχωρισμοί μεταξύ των φυσικών, των κοινωνικών και των ανθρωπιστικών επιστημών. Φιλοδοξούν να χτίσουν μια αυτόνομη, οριζόντια, ποικιλόμορφη, κριτική και διεπιστημονική ακαδημία.

Ποιοι είμαστε; Είμαστε ακαδημαϊκοί που έχουμε βιώσει στον βαθμό που μας αναλογεί τη διαδικασία της νεοφιλελεύθερης αυταρχικοποίησης στην Τουρκία, και έχουμε απολυθεί από τις θέσεις μας στα πανεπιστήμια επειδή σταθήκαμε ενάντια στην καταπίεση, στον πόλεμο, στη βία και στην αδικία. Οι σκοποί; Σκοπεύουμε να συνδέσουμε την ακαδημαϊκή παραγωγή γνώσης με τις προτεραιότητες της ειρήνης, της μη βίας και της δικαιοσύνης στην κοινωνικοπολιτική σφαίρα. Σκοπεύουμε να συνεχίσουμε τέτοιες διαδικασίες παραγωγής γνώσης και σε μη πανεπιστημιακές σφαίρες. Σκοπεύουμε να διατηρήσουμε τη σχέση μας με την τόλμη για γνώση, η οποία απαιτεί θάρρος στην παραγωγή και τον διαμοιρασμό της γνώσης, θέτοντας ως προτεραιότητα την ειρήνη απέναντι στις αυταρχικές δομές. Για να πετύχουμε κάτι τέτοιο, σκοπεύουμε να παράγουμε και να μοιραστούμε γνώση που θα αναφέρεται στην ισότητα, την ελευθερία και την αλληλεγγύη που έχουν αποκλειστεί από τους πανεπιστημιακούς χώρους (Dayanişma Akademileri, χ.χ.).

Εκτός Τουρκίας, οι εξόριστοι κι εξόριστες Ακαδημαϊκοί για την Ειρήνη απασχολούνται επίσης με την οικοδόμηση διεθνών δικτύων αλληλεγγύης σε συνεργασία με τους δρώντες της πολιτικής κοινωνίας σε χώρες φιλοξενίας όπως η Γερμανία, η Γαλλία, η Βρετανία και η Βόρεια Αμερική. Κάθε ομάδα έχει πάρει τις δικές της διακριτές πρωτοβουλίες, οι οποίες είναι συνεπείς με τις μεταβαλλόμενες πολιτικές συνθήκες. Μια ομάδα αλληλεγγύης δημιουργήθηκε τον Ιανουάριο του 2016 στη Γαλλία με τη σημαντική υποστήριξη Γάλλων ακαδημαϊκών, αμέσως μετά την ανακοίνωση του αιτήματος. Ενωμένοι βοήθησαν ώστε να κινητοποιηθούν κυβερνητικοί αξιωματούχοι για τη δημιουργία του προγράμματος PAUSE του Collège de France για τους επιστήμονες σε κίνδυνο. Οι ακαδημαϊκοί σε εξορία στη Γαλλία έχουν επίσης στήσει αρκετές καμπάνιες ευαισθητοποίησης και αρκετά σεμινάρια σε γαλλικά πανεπιστήμια που αφορούν τις επιθέσεις του τουρκικού κράτους στην ακαδημαϊκή ελευθερία.

Από όλα τα δίκτυα αλληλεγγύης εκτός Τουρκίας, το γερμανικό αξίζει μια ιδιαίτερη μνεία, γιατί η Γερμανία είναι η πιο φιλόξενη χώρα για τους Τούρκους και τις Τουρκάλες επιστήμονες σε κίνδυνο. Αναμφισβήτητα, η ύπαρξη μιας υπολογίσιμης τουρκικής και κουρδικής διασποράς, καθώς οι μακροχρόνιοι τουρκογερμανικοί σύνδεσμοι έχουν διευκολύνει αυτή την ευνοϊκή κατάσταση των πραγμάτων. Έχει ενδιαφέρον για τους σκοπούς μας εδώ ότι η γερμανική ομάδα υποστήριξης των Ακαδημαϊκών για την Ειρήνη έχει πρόσφατα ξεκινήσει το πρόγραμμα «Εκτός Πανεπιστημίου» (Off-University), την πρωτοβουλία μιας ακαδημίας χωρίς σύνορα, σε συνεργασία με τους Αλληλέγγυους Ακαδημαϊκούς στην Τουρκία και με χρηματοδότηση από το Ίδρυμα Rosa Luxemburg και το Πανεπιστήμιο του Πότσνταμ. Το πρώτο τους διεθνές συνέδριο, «Δύσκολα ερωτήματα σχετικά με την ειρήνη», έλαβε χώρα στις 7 Οκτωβρίου 2017 (Off-University, 2017). Η πρωτοβουλία είναι μια ανοιχτή και δωρεάν διαδικτυακή πλατφόρμα που «παρότι ιδρύθηκε για και από ακαδημαϊκούς από την Τουρκία, απευθύνεται σε ακαδημαϊκούς σε όλο τον κόσμο», ενώ η αποστολή της βασίζεται σε «μια αφοσίωση στην παγκόσμια ειρήνη και στην ποικιλότητα της κοινής μας ζωής και επομένως επιχειρεί να αναπτύξει εκπαιδευτικές και ερευνητικές δραστηριότητες που θα είναι λιγότερο ιεραρχικές και πιο δημοκρατικές» (Off University, χ.χ.). Η τελευταία τους πρωτοβουλία είναι η ίδρυση πιστοποιημένων προγραμμάτων εξ αποστάσεως εκπαίδευσης και μελέτης που θα χορηγούν πτυχία σε σπουδαστές εκτός Γερμανίας, από την Τουρκία και αλλού.

Μέλη των Ακαδημαϊκών για την Ειρήνη που ζουν στη Γερμανία έχουν επίσης ιδρύσει την οργάνωση Επιστήμονες για την Ειρήνη (Wissenschaftlerinnen für den Frieden), ο κύριος σκοπός της οποίας είναι να στήσει ακαδημαϊκά εγχειρήματα για την ειρήνη, διατηρώντας τις σχέσεις αλληλεγγύης με τους απολυμένους συναδέλφους στην Τουρκία. Τέλος, εξίσου σημαντικό είναι ότι τον Νοέμβριο του 2017 οι εξόριστοι επιστήμονες των Ακαδημαϊκών για την Ειρήνη συνεργάστηκαν με το Ινστιτούτο Τουρκικών Σπουδών στο πανεπιστήμιο του Ντούισμπουργκ-Έσεν, με το φόρουμ Διαπεριφερειακής Εκπαίδευσης που εδρεύει στο Βερολίνο και το Ινστιτούτο Πολιτισμικών Σπουδών της Έσης για να δημιουργήσουν μια Ακαδημία στην Εξορία για επιστήμονες από την Τουρκία ή στην Τουρκία (Academy in Exile, 2017· Boeddeling, 2017). Η ακαδημία ιδρύθηκε αρχικά με τη στήριξη του Ιδρύματος Volkswagen και με επιπρόσθετη χρηματοδότηση από το Ταμείο Διάσωσης Επιστημόνων IIE και το ίδρυμα Freudenberg, και προσφέρει διετείς υποτροφίες σε Τούρκους και Τουρκάλες ακαδημαϊκούς υπό απειλή, ενώ έχει επίσης οργανώσει ένα συνέδριο τον Οκτώβριο του 2018 με τον τίτλο «Εξορία και ακαδημαϊκή ελευθερία σήμερα» (Academy in Exile, 2018).

Υπάρχουν επίσης αρκετές ad hoc περιστάσεις ακαδημαϊκής συνεργασίας στη Γερμανία. Ένα παράδειγμα είναι το συνεργατικό σεμινάριο «Ακαδημαϊκοί σε κίνηση: Όψεις της εξορίας, του επαναπατρισμού και της διατοπικής αλληλεγγύης» το οποίο ξεκίνησε το καλοκαίρι του 2018 με τον συντονισμό ενός καταξιωμένου επιστήμονα στο Πανεπιστήμιο Humboldt στο Βερολίνο και τη συμμετοχή εξόριστων επιστημόνων που συνεργάζονται με τα πανεπιστήμια Humboldt και Freie και το Κολέγιο Touro. Ένα άλλο παράδειγμα είναι μια σειρά εργαστηρίων που έχουν σχεδιαστεί και οργανωθεί από επιστήμονες σε κίνδυνο από την Τουρκία σε συνεργασία με ακαδημαϊκούς, δημοσιογράφους, καλλιτέχνες και ακτιβιστές από διάφορες χώρες, όπως την Αίγυπτο, το Ιράν, τη Γερμανία, τη Συρία και την Τουρκία. Ο σκοπός αυτών των σεμιναρίων είναι να διαμορφώσουν πλατφόρμες για την κοινοποίηση της διεπιστημονικής γνώσης. Η πρώτη ομάδα και το πρώτο σεμινάριο φέρει τον τίτλο «Δεν περιμένουμε την επανάσταση: Οι φεμινιστικοί αγώνες σε καιρούς κρίσης –Συρία, Τουρκία, Αίγυπτος, Ιράν» και οργανώθηκε τον Ιούνιο του 2018 από το Πανεπιστήμιο Humboldt, την Ανώτερη Σχολή Alice-Salomon και την πρωτοβουλία Υιοθέτησε μια Επανάσταση (Adopt a Revolution). Άλλα παραδείγματα περιλαμβάνουν περιπτώσεις στις οποίες εξόριστοι κι εξόριστες ακαδημαϊκοί έχουν προσκληθεί από καταξιωμένους συναδέλφους τους για να αναλάβουν τις θέσεις τους κατά τη διάρκεια της προσωρινής τους απουσίας με άδεια. Εφόσον τέτοιοι ενδιάμεσοι διορισμοί γίνονται με αξιοκρατικές βάσεις, δίνουν σημαντικές ευκαιρίες στους εξόριστους και τις εξόριστες για να βρουν τον δρόμο τους στον ακαδημαϊκό χώρο.

Είναι χαρακτηριστικό ότι η συμμετοχή στο αίτημα ειρήνης και σε δραστηριότητες των κινημάτων αλληλεγγύης προς τους επιστήμονες στην Τουρκία, καθώς και η υποκίνηση δραστηριοτήτων αλληλεγγύης στο εξωτερικό, είναι βασικά στοιχεία του κατηγορητηρίου ενάντια στους Ακαδημαϊκούς για την Ειρήνη και των ισχυρισμών περί «τρομοκρατικής προπαγάνδας». Το ίδιο δεκαεπτασέλιδο κατηγορητήριο που εγκαλεί συλλογικά όλους τους υπογράφοντες και όλες τις υπογράφουσες του αιτήματος για συμμετοχή και οργάνωση δράσεων ενάντια στη Δημοκρατία της Τουρκίας και της κυβέρνησής της τούς κατηγορεί επίσης ότι συμμετέχουν στις Ακαδημίες Αλληλεγγύης και ότι κατέστησαν την Τουρκία στόχο της διεθνούς κοινής γνώμης (Istanbul Chief Public Prosecutor’s Office, 2016). Με άλλα λόγια, αυτό που προκάλεσε τη μήνη του εισαγγελέα δεν ήταν μόνο η υπογραφή του αιτήματος που κατέκρινε τις βίαιες πολιτικές της Τουρκίας εναντίον των Κούρδων, αλλά και το γεγονός ότι οι κατηγορούμενοι κι οι κατηγορούμενες οργάνωσαν ακολούθως δίκτυα αλληλεγγύης σε όλη τη χώρα και σε όλο τον κόσμο.

 

Συμπέρασμα

Στην Τουρκία, τόσο η εμπορευματοποίηση της παραγωγής γνώσης και της μάθησης όσο και οι αυταρχικές τάσεις της παρούσας κυβέρνησης του AKP (Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης) θέτουν σε αυξανόμενο κίνδυνο όσους και όσες ακαδημαϊκούς τολμούν να φανταστούν έναν πιο ειρηνικό, πλουραλιστικό και δημοκρατικό κόσμο. Ως ενσυνείδητοι επιστήμονες, οι Ακαδημαϊκοί για την Ειρήνη έχουν εστιάσει κριτικά και έχουν εμπλακεί ενεργά στα κατεξοχήν πολιτικά ζητήματα της εποχής μας: τον μιλιταρισμό, τον εθνικισμό και τον απολυταρχισμό· την εμπορευματοποίηση, την αποδημοκρατικοποίηση και τους αποκλεισμούς που παράγουν τα πανεπιστήμια. Μέσω της επιστημονικής, εκπαιδευτικής και δημόσιας δουλειάς τους, αγωνίζονται να δημιουργήσουν νέους ποικιλόμορφους δημόσιους χώρους για εναλλακτικά οράματα που θα βασίζονται στην ειρηνική συνύπαρξη ως αντίδοτο στις προσπάθειες της κυβέρνησης να κυριαρχήσει στα διάφορα πεδία και τις διάφορες μορφές παραγωγής γνώσης και της κυκλοφορίας της. Όπως και οι προκάτοχοί τους στη δεκαετία του 1930, οι ακαδημαϊκοί σε εξορία παλεύουν να δημιουργήσουν νέα πλαίσια για την αυτόνομη έρευνα και διδασκαλία, καθώς και διεθνικά δίκτυα αλληλεγγύης, ώστε να προάγουν την κριτική σκέψη και τη συμμετοχή.

Ο ρόλος, ωστόσο, των σημερινών εξόριστων επιστημόνων είναι στενά συνδεδεμένος με την επισφαλή κοινωνική θέση και τις συνθήκες εργασίας τους στις χώρες φιλοξενίας. Η επιτυχία τους, επομένως, εξαρτάται από τη μεταβαλλόμενη κατάσταση στα ευρωπαϊκά πανεπιστήμια και στις μεταναστευτικές πολιτικές. Για τους Τούρκους και τις Τουρκάλες ακαδημαϊκούς σε κίνδυνο η επιτελεστική (πραγματική) ενσωμάτωση δεν σημαίνει μόνο τη συνεργασία με ένα ίδρυμα ανώτερης εκπαίδευσης, αλλά, πιο συγκεκριμένα, μια ασφαλή ακαδημαϊκή θέση από την οποία θα μπορούν να σκέφτονται, να συζητούν, να εμπλέκονται, να διδάσκουν και να γράφουν. Πράγματι, δεδομένης της βραχυχρόνιας και προσωρινής φύσης των θέσεων που είναι σήμερα ανοιχτές για τους επιστήμονες σε κίνδυνο στην Ευρώπη, είναι δύσκολο να φανταστούμε ότι οι Τούρκοι και Τουρκάλες ακαδημαϊκοί στην εξορία θα μπορέσουν να επηρεάσουν τον ευρωπαϊκό ακαδημαϊκό χώρο στον βαθμό που το έκαναν οι Γερμανοί και οι Εβραίοι προκάτοχοί τους μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Με αυτούς τους περιορισμούς και αυτά τα εμπόδια κατά νου, υποστηρίζουμε ότι σε ένα πολύ σύντομο χρονικό διάστημα οι Ακαδημαϊκοί για την Ειρήνη έχουν καταφέρει να πετύχουν δύο στόχους. Πρώτον, έχουν αντισταθεί μέσω μιας ειρηνικής, μη βίαιης πολιτικής ανυπακοής στην πολιτική πίεση που τους ασκήθηκε από την όλο και πιο αυταρχική τουρκική κυβέρνηση, τολμώντας να απαιτήσουν και να δημιουργήσουν έναν νέο, πιο πλουραλιστικό τουρκικό δημόσιο χώρο. Δεύτερον, έχουν τολμήσει, ακόμα και υπό την απειλή της ακαδημαϊκής και πολιτικής επισφάλειας, να κρατήσουν μια κριτική στάση απέναντι στην εμπορευματοποίηση και την ιεραρχικοποίηση των τουρκικών και ευρωπαϊκών πανεπιστημίων και σε απάντηση να διαμορφώσουν νέους αυτόνομους τρόπους διδασκαλίας και έρευνας στις χώρες προέλευσης και φιλοξενίας.

Αυτά τα επιτεύγματα αποκαλύπτουν ότι οι σημερινοί ακαδημαϊκοί σε εξορία εκπληρώνουν την ακαδημαϊκή και δημόσια αποστολή τους για την υπεράσπιση του ελεύθερου δημοκρατικού χώρου και της πολλότητας στις χώρες από τις οποίες προέρχονται και σε εκείνες στις οποίες έχουν εξοριστεί. Υπό αυτή την έννοια, οι Ακαδημαϊκοί για την Ειρήνη, και άλλοι επιστήμονες σε εξορία, έχουν τη δυνατότητα να δημιουργήσουν πλατφόρμες και χώρους για αυτό που ο Khatibi (1983) αποκάλεσε «ένα άλλο σκεπτικό», δηλαδή μια κατάσταση στην οποία θα είναι ελεύθεροι και ελεύθερες να σκεφτούν μέσα από τις παραδόσεις από τις οποίες κατάγονται κι εκείνες στις οποίες κατοικούν, χωρίς παρ’ όλα αυτά καμιά από τις δυο να περιορίζει τη σκέψη τους. Κατά την άποψή μας, το «θάρρος σκέψης » ενώπιον των μεγάλων πολιτικών ζητημάτων της εποχής μας κάνει τους Ακαδημαϊκούς για την Ειρήνη κατάλληλους υποψηφίους για να σκεφτούμε σε βάθος, ηθικά και με «έναν άλλο τρόπο» το ζήτημα της πολλότητας μέσα και έξω από τα πανεπιστήμια στη Μέση Ανατολή και την Ευρώπη.

 

Σημειώσεις

1 Η συγγραφή του άρθρου διευκολύνθηκε από μια μικρή χρηματοδότηση για έρευνα από τη Βρετανική Ακαδημία (SG171613).

2 Παρ’ όλο που ασχολούμαστε και με ένα προγενέστερο κύμα εξόριστων ακαδημαϊκών στη Βόρεια Αμερική τις δεκαετίες του 1930 και 1940, η ανάλυσή μας για τους Τούρκους επιστήμονες σε εξορία επικεντρώνεται σε όσους βρίσκονται στην Ευρώπη.

3 Το οποίο αργότερα μετονομάστηκε σε Σχολή Πολιτικής και Κοινωνικής Επιστήμης.

4 Δημοσιεύτηκε από τους Ακαδημαϊκούς για την Ειρήνη (2017). Βλέπε https://barisicinakademisyenler.net/node/314.

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Academics for Peace (1 Ιανουαρίου 2016). We will not be a party to this crime! Διαθέσιμο στο: https://barisicinakademisyenler.net/node/63 (Προσπελάστηκε 28/2/2019).

Academics for Peace (11 Φεβρουαρίου 2017). Rights violations of Academics for Peace. Διαθέσιμο στο: https://barisicinakademisyenler.net/node/314 (Προσπελάστηκε 28/2/2019).

Academics for Peace (18 Μαΐου 2018). The trials of Academics for Peace in Turkey: Information note and call for solidarity. Διαθέσιμο στο: https://www.barisicinakademisyenler.net/node/639 (Προσπελάστηκε 28/2/2019).

Academy in Exile (17 Οκτωβρίου 2017). Call for applications: Academy in Exile fellowships.

Academy in Exile (16 Απριλίου 2018). Call for papers: Exile and academic freedom today. Διαθέσιμο στο: https://www.academy-in-exile.eu/en/2018/04/16/call-for-papers/ (Προσπελάστηκε 28/2/2019).

Adorno, T. W. (1951). Minima Moralia: Reflexionen aus dem beschädigten Leben. Βερολίνο: Suhrkamp Verlag. [αγγλ. έκδ. (1978). Minima Moralia: Reflection on a Damaged Life (μτφρ. E. F. N. Jephcott). Λονδίνο: Verso Books.

Ahmed, S. (2012). On being included, racism and diversity in institutional life. Ντάραμ & Λονδίνο: Duke University Press.

Ahmed, S. (2017). Living a feminist life. Ντάραμ & Λονδίνο: Duke University Press.

Alexander van Humboldt Foundation (1 Ιουνίου 2016). Philipp Schwartz Initiative: 18 universities singled out for their support for threatened researchers. Διαθέσιμο στο: https://www.humboldt-foundation.de/web/press-release-2016-09.html (Προσπελάστηκε 28/2/2019).

Alexander van Humboldt Foundation (χ.χ.). Dossier Philipp Schwartz Initiative. Διαθέσιμο στο: https://www.humboldt-foundation.de/web/dossier-philipp-schwartz-initiativeen.html (Προσπελάστηκε 28/2/2019).

Altbach, P. G. (2001). Academic freedom: International realities and challenges. Higher Education, 41, σελ. 205-219.

Ανώνυμος (1933). Academic Assistance Council – Aid for displaced German professors. British Medical Journal, 3 Ιουνίου 1933, σελ. 974.

Ανώνυμος (1935). Academic Assistance Council. Nature, 135, σελ. 423.

Arendt, H. (1958). The human condition. Σικάγο & Λονδίνο: University of Chicago Press.

Arendt, H. (1994). Essays in understanding, 1930–1954: Formation,exile and totalitarianism. Νέα Υόρκη: Schocken Books.

Auerbach, E. (1953). Mimesis: The representation of reality in Westernliterature (μτφρ. Willard R. Trask). Πρίνστον: Princeton University Press. σελ. 30.

Başdaş, B. & Akbal, T. (6 Φεβρουαρίου 2017). Kampόssόzler: Şerden hıkan hayır [Χωρίς Πανεπιστήμιο: To καλό που παρήγαγε το κακό]. Bianet. Διαθέσιμο στο: https://bianet.org/bianet/print/183354-kampussuzler-serden-cikan-hayir (Προσπελάστηκε 28/2/2019).

Başer, B., Akgönόl, S., & Öztürk, A. E. (2017). “Academics for Peace” in Turkey: A case of criminalizing dissent and critical thought via counter-terrorism policy. Critical Studies on Terrorism, 10, σελ. 274-296.

Benjamin, W. (2006). Walter Benjamin: Selected writings, 4: 1938-1940. Κέμπριτζ: Harvard University Press.

Boeddeling, J. (27 Οκτωβρίου 2017). Social movements and popular mobilization in the MENA: Digest of current publications and events.

Burawoy, M. (2011). Redefining the public University: Global and national contexts. Στο J. Holmwood (επιμ.), A Manifesto for the Public University (σελ. 27-41). Λονδίνο: Bloomsbury.

Burke, P. (2017). Exiles and expatriates in the history of knowledge, 1500–2000. Ουάλτομ: Brandeis University Press.

Butler, J. & Ertür, Β. (11 Δεκεμβρίου 2017). In Turkey, academics asking for peace are accused of terrorism. The Guardian. Διαθέσιμο στο: https://www.theguardian.com/commentisfree/2017/dec/11/erdogan-turkey-academics-terrorism-violence-kurdish-people (Προσπελάστηκε 28/2/2019).

CARA (Council for At-Risk Academics) (2017). Annual report 2016–2017. Διαθέσιμο στο: http://www.cara.ngo/wp-content/uploads/2017/09/170912-CARA-AR-Final.pdf (Προσπελάστηκε 28/2/2019).

Chaubet, F. & Loyer, Ε. 2000. «L’ École Libre des Hautes Études de New York: Exil et résistance intellectuelle (1942–1946)». Revue Historique, 302(4), σελ. 939-972. Διαθέσιμο στο: http://www.jstor.org/stable/40956759 (Προσπελάστηκε 28/2/2019).

Collège de France (χ.χ.). Program PAUSE: Presentation. Διαθέσιμο στο: https://www.college-de-france.fr/site/en-program-pause/index.htm (Προσπελάστηκε 5/6/2018.)

Collège de France (21 Απριλίου 2017). Sauver une vie pour sauver des idées. Communiqué de presse.

Coser, L. (1984). Refugee scholars in America: Their impact and their experience. Νιου Χέιβεν: Yale University Press.

Dayanışma Akademileri/Solidarity Academics (χ.χ.). Biz kimiz?/Who are we? Διαθέσιμο στο: https://www.dayanismaakademileri.org/ (Προσπελάστηκε 30/5/2018).

Duggan, S. & Drury B. (1948). The rescue of science and learning: The story of the Emergency Committee in Aid of Displaced Foreign Scholars. Νέα Υόρκη: Macmillan.

Eden, A. & Irzık G. (2012). German mathematicians in exile in Turkey: Richard von Mises, William Prager, Hilda Geiringer, and their impact on Turkish mathematics. Historia Mathematica, 39, σελ. 432-459. Διαθέσιμο στο: https://doi.org/10.1016/j.hm.2012.07.002.

Fair-Schulz, A. & Kessler Μ. (επιμ.) (2011). German scholars in exile: New studies in intellectual history. Πλίμουθ: Lexington Books.

Friedrich Ebert Stiftung (χ.χ.). Internships & scholarship programs. Διαθέσιμο στο: http://www.fesdc.org/about/internships-scholarship-programs/ (Προσπελάστηκε 7/6/2018).

Gee, A. (28 Σεπτεμβρίου. 2017). Facing poverty, academics turn to sex work and sleeping in cars. The Guardian. Διαθέσιμο στο: https://www.theguardian.com/us-news/2017/sep/28/adjunct-professors-homeless-sex-work-academia-poverty (Προσπελάστηκε 28/2/2019).

Giroux, H. A. (2004). The terror of neoliberalism: The new authoritarianism and the eclipse of democracy. Μπουλντέρ: Paradigm.

Grenville, A. (10 Νοεμβρίου 2015). The thank-offering to Britain Fund and the British Academy. Ομιλία για τον εορτασμό της 50ης επετείου από την ίδρυση του Ταμείου της Βρετανικής Ακαδημίας. Διαθέσιμο στο: https://www.youtube.com/watch?v=acCOSVRU5mQ.

Harland, T. κ.ά. (2010). Neoliberalism and the academic as critic and conscience of society. Teaching in Higher Education, 15(1), σελ. 85-96.

Heilbron, J., Guilhot N. & Jeanpierre L. (2008). Toward a transnational history of the social sciences. Journal of the History of the Behavioral Sciences, 44(2), σελ. 146-160.

Human Rights Joint Platform (18 Σεπτεμβρίου 2017). Olağanόstό Hal Tedbir ve Dόzenlemeleri 31 Ağustos 2017.

Hόrriyet Daily News (13 Ιανουαρίου 2016). Notorious criminal threatens academics calling for peace in Turkey’s southeast. Hόrriyet Daily News. Διαθέσιμο στο: http://www.hurriyetdailynews.com/notorious-criminal-threatens-academics-calling-forpeace-in-turkeys-southeast.aspx?pageID=238&nID=93834&NewsCatID=341 (Προσπελάστηκε 28/2/2019).

İnal, K. & Akkaymak G. (επιμ.) (2012). Neoliberal transformation of education in Turkey: Political and ideological analysis of educational reforms in the age of the AKP. Νέα Υόρκη: Palgrave MacMillan.

Istanbul Chief Public Prosecutor’s Office (2016). Bill of indictment (μτφρ. Academics for Peace). Διαθέσιμο στο: https://f-origin.hypotheses.org/wpcontent/blogs.dir/4228/files/2017/11/BAK-Bill-of-Indictment.pdf (Προσπελάστηκε 7/6/2018).

Jay, M. (1996). The dialectical imagination: A history of the Frankfurt School and the Institute of Social Research, 1923–1950. Μπέρκλεϊ: University of California Press.

Jenemann, D. (2017). Adorno in America. Μινεάπολις: University of Minnesota Press.

Johnson, A. (1942). L’École Libre Des Hautes Études. The French Review, 15(5), σel. 425-426. Διαθέσιμο στο: http://www.jstor.org/stable/380852 (Προσπελάστηκε 28/2/2019).

Kent, D. Peterson (1953). The refugee intellectual: The americanization of the immigrants of 1933–1941. Νέα Υόρκη: Columbia University Press.

Kettler, D. & Lauer G. (2005). Exile, science, bildung. The contested legacies of German exile intellectuals. Νέα Υόρκη: Palgrave-Macmillan.

Kiely, R. (2017). From authoritarian liberalism to economic technocracy: Neoliberalism, politics and “de-democratization”. Critical Sociology, 43(4-5), σελ. 725-745.

Konuk, K. (2008). Erich Auerbach and the humanist reform to the Turkish education system. Comparative Literature Studies, 45(1), σελ. 74-89. Διαθέσιμο στο: http://www.jstor.org/stable/25659634 (Προσπελάστηκε 28/2/2019).

Konuk, K. (2010). East West mimesis: Auerbach in Turkey. Στάνφορντ: Stanford University Press.

Krohn, C. D. (1993). Intellectuals in exile: Refugee scholars and the New School for Social Research (μτφρ. Rita & Robert Kimber). Αμχερστ: University of Massachusetts Press.

Kural, B. (5 Ιουνίου 2018). Prof. Dr. Bόşra Ersanlı sentenced to 1 year, 3 months in prison without deferment. Bianet. Διαθέσιμο στο: https://bianet.org/english/freedom-of-expression/197870-prof-dr-busra-ersanli-sentenced-to-1-year-3-months-in-prison-without-deferment (Προσπελάστηκε 28/2/2019).

McClennen, S. A. (2013). Neoliberalism and the crisis of intellectual engagement. Στο E. J. Carvalho & D. B. Downing (επιμ.), Academic freedom in the post-9/11 era (σελ. 203). Νέα Υόρκη: Palgrave Macmillan.

Mignolo, W. D. (2000). Local histories/global designs: Coloniality, subaltern knowledges and border thinking. Πρίνστον, Νιου Τζέρσεϊ: Princeton University Press.

Miyoshi, M. (2002). Ivory tower in Escrow. Στο M. Miyoshi & H. D. Harootunian (επιμ), Learning places: The afterlives of area studies (σελ. 16-60). Ντάραμ: Duke University Press.

Mufti, A. R. (1998). Auerbach in Istanbul: Edward Said, secular criticism, and the question of minority culture. Critical Inquiry 25(1), σελ. 95-125.

Mutluer, N. (13 Απριλίου 2017). Turkey’s “special refugees”. OpenDemocracy. Διαθέσιμο στο: https://www.opendemocracy.net/can-europe-make-it/nil-mutluer/turkishflight-and-new-diaspora-in-town (Προσπελάστηκε 5/6/2018).

Off-University. (χ.χ.). About us. Διαθέσιμο στο: http://www.off-university.de/en-US/page/vision (Προσπελάστηκε 6/6/2018).

Off-University (2017). Conference: Tough questions about peace. Διαθέσιμο στο: http://www.off-university.de/en-US/Conference/List (Προσπελάστηκε 6/6/2018).

Olssen, M. & Peters Μ. Α. (2005). Neoliberalism, higher education and the knowledge economy: from the free market to knowledge capitalism. Journal of Education Policy, 20(3), σελ. 313-345.

Özkırımlı, U. (2017). How to liquidate a people? Academic freedom in Turkey and beyond. Globalizations, 14, σελ. 851-856.

Özyürek, E. (2018). Introduction. Στο E. Özyürek, G. Özpınar & E. Altındiş (επιμ.), Authoritarianism and resistance: Conversations on democratic and social challenges (σελ. 1-8). Νέα Υόρκη: Springer.

Radice, H. (2013). How we got here: UK higher education under neoliberalism. ACME: An International E-Journal for Critical Geographies. 12 (3), σελ. 407–418.

Reisman, A. (2007). Jewish refugees from nazism, Albert Einstein, and the modernization of higher education in Turkey (1933–1945). Aleph, 7, σελ. 253-281. Διαθέσιμο στο: http://www.jstor.org/stable/40377865 (Προσπελάστηκε 28/2/2019).

Rosa Luxemburg Stiftung (χ.χ.). Scholarship department. Διαθέσιμο στο: https://www.rosalux.de/en/foundation/studienwerk/ (Προσπελάστηκε 5/6/2018).

Rösh, F. (επιμ.) (2014). Émigré scholars and the genesis of international relations, A European discipline in America. Λονδίνο: Palgrave Macmillan.

Rustin, Μ. (2016). The Neoliberal University and its Alternatives. Soundings, 63, σελ. 147-170.

Said, E. W. (1993). Intellectual exile: Expatriates and marginals. Grand Street, (47), σελ. 112-124.

Said, E. W. (2002). Reflections on exile and other essays. Κέμπριτζ: Harvard University Press.

Scholars at Risk Network (2017α). Free to Think 2017: Report of the Scholars at Risk Academic Freedom Monitoring Project. Διαθέσιμο στο: http://www.cara.ngo/wpcontent/uploads/2017/09/Free-to-Think-2017.pdf (Προσπελάστηκε 5/6/2018).

Scholars at Risk Network (2017β). Summary report on Activities 2016-2017. Διαθέσιμο στο: https://www.scholarsatrisk.org/wpcontent/uploads/2017/12/SAR_2016%E2%80%932017_AnnualReport.pdf (Προσπελάστηκε 5/6/2016).

Simpson, C. (2018). Introductory remarks. Ομιλία στο Παγκόσμιο Συνέδριο του Δικτύου Επιστημόνων σε Κίνδυνο και στην τελετή απονομής του βραβείου Θάρρος σκέψης για το 2018, Βερολίνο, 25 Απριλίου.

Seyhan, A. (2005). German academic exiles in Istanbul: Translation as the Bildung of the other. Στο S. Bermann & M. Wood (επιμ.), Nation, language, and the ethics of translation (σελ. 274-288). Πρίνστον: Princeton University Press.

Tassin, I. (2006). De la pluralité. Στο A. Kupiec & I. Tassin (επιμ.), Critique de la politique, Autour de Miguel Abensour (σελ. 499-517). Παρίσι: Sens & Tonka.

Tekdemir, O., Toivanen, Μ. & Başer, Β. (2018). Peace profile: Academics for Peace in Turkey. Peace Review, 30, σελ. 103-111.

Thompson, E. P. (επιμ.) (1970). Warwick University Ltd.: Industry, management and the Universities. Χάρμοντσγουορθ: Penguin Education.

Vatansever, A. & Gezici Yalçın M. (2016). “Ne Ders Olsa Veririz”: Akademisyenin Vasıfsız İşçiye Dönüşümü [Διδάσκουμε όποιο μάθημα υπάρχει: Μεταμόρφωση των ακαδημαϊκών σε ανειδίκευτους εργάτες]. Κωνσταντινούπολη: Iletisim Yayinlari.

Weaver, M. (15 Ιανουαρίου 2016). Turkey rounds up academics who signed petition denouncing attacks on Kurds. The Guardian. Διαθέσιμο στο: https://www.theguardian.com/world/2016/jan/15/turkey-rounds-up-academics-who-signed-petition-denouncing-attacks-on-kurds (Προσπελάστηκε 28/2/2019).

Weil, S. (2014). L’enracinement ou Prélude à une declaration des devoirs envers l’ètre humain. Παρίσι: Flammarion.

Wheatland, T. (2019). The Frankfurt School in Exile. Μινεάπολις: University of Minnesota Press.

Wiggershaus, R. (1995). The Frankfurt School: Its history, theories, and political significance. Κέμπριτζ: MIT Press.

Woodman, C. (2017). Warwick University plc: Neo-liberalism, authoritarianism and resistance. Prometheus, 34(1), σελ. 39-48.

Zolberg, A. R. & Callamard, A. (1998). The École Libre at the New School, 1941-1946. Social Research, 65(4), σελ. 921-51. Διαθέσιμο στο: http://www.jstor.org/stable/40971292 Προσπελάστηκε 28/2/2019.

Zweig, S. (1942). The world of yesterday: Memories of a European. Νέα Υόρκη: Viking Press.

 

Πρωτότυπη δημοσίευση:
Seçkin Sertdemir Özdemir, Nil Mutluer & Esra Özyürek, Exile and Plurality in Neoliberal Times: Turkey’s Academics for Peace, στο Public Culture, 31 (2), σελ. 235-259. Το παρόν άρθρο εξαιρείται από την άδεια χρήσης Creative Commons. Aναφορά Δημιουργού – Μη Εμπορική Χρήση – Παρόμοια Διανομή CC-BY-NC-SA. ©Duke University Press. This text is exempt from creative commons license

Seçkin Sertdemir Özdemir, Nil Mutluer και Esra Özyürek

Η Δρ. Seçkin Sertdemir Özdemir (PhD, Πανεπιστήμιο Paris VII-Denis Diderot και Πανεπιστήμιο Galatasaray, Παρίσι-Κωνσταντινούπολη) είναι επισκέπτρια καθηγήτρια στο Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο του London School of Economics, όπου επιβλέπει, σε συνεργασία με τη Δρ. Esra Özyürek, το διεπιστημονικό ερευνητικό πρόγραμμα «Academia in Exile: The Turkish Case». Εστιάζει στις τομές μεταξύ της σύγχρονης και νεωτερικής πολιτικής, της φιλοσοφίας και της ηθικής, ιδίως στον βαθμό που αυτές συνδέονται με τα ανθρώπινα δικαιώματα, την πολιτική της συμπερίληψης ή του αποκλεισμού και του αναδυόμενου απολυταρχισμού. Στις πρόσφατες δημοσιεύσεις της περιλαμβάνεται το άρθρο «Pity the Exiled: Turkish Academics in Exile, the Problem of Compassion in Politics, and the Promise of Dis-Exile» στο Journal of Refugee Studies (2019).

H Δρ. Nil Mutluer (PhD, Σπουδές φύλου, Central European University, Βουδαπέστη) είναι υπότροφη του προγράμματος Einstein στο Τμήμα Πολυπολιτισμικότητας και Κοινωνικών Συγκρούσεων του Πανεπιστημίου Humboldt στο Βερολίνο της Γερμανίας. Το 2018, υπήρξε έκτακτη καθηγήτρια Διεθνούς Δικαίου και Σπουδών Φύλου στο ίδιο πανεπιστήμιο. Της έχει απονεμηθεί η υποτροφία έρευνας Philipp Schwartz του Humboldt Foundation (2016-2018). Έχει επιμεληθεί τους τόμους States of Gender: The Intersectional Borders of Gender in Turkey (2008) και States of National: Citizenship and Nationalism, Are We Aware? (2008). Στις πρόσφατες δημοσιεύσεις της περιλαμβάνονται τα άρθρα «The Intersectionality of Gender, Sexuality, and Religion: Novelties and Continuities in Turkey during the AKP Era» στο Southeast European and Black Sea Studies (2019) και «Diyanet’s Role in Building the “Yeni (New) Milli” in the AKP Era» στο European Journal of Turkish Studies (2019).

Η Δρ. Esra Özyürek (PhD, Ανθρωπολογία, Πανεπιστήμιο Michigan) είναι επίκουρη καθηγήτρια στην έδρα Σύγχρονων Τουρκικών Σπουδών στο Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο του London School of Economics. Έχει γράψει τα βιβλία Being German, Becoming Muslim (2014) και Nostalgia for the Modern (2007). Έχει επίσης επιμεληθεί τους τόμους Authoritarianism and Resistance in Turkey (μαζί με την Gaye Özpinar και τον Emrah Altindiş) (2018) και Politics of Public Memory in Turkey (2007).

Ο Βαγγέλης Πούλιος είναι απόφοιτος του τμήματος Πολιτικών Επιστημών και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου. Ζει στην Αθήνα και εργάζεται κυρίως ως μεταφραστής. Ενίοτε αρθρογραφεί στον μουσικό Τύπο.